Μάρτιος
20, 2015.
«Η
κυβέρνηση του Βερολίνου θα μπορούσε να αποφύγει τις απαιτήσεις της Ελλάδας για
δισεκατομμύρια ευρώ, ως αποζημίωση για τη ναζιστική κατοχή στον Β΄ Παγκόσμιο
Πόλεμο, αλλά ορισμένοι νομικοί εμπειρογνώμονες στη Γερμανία πιστεύουν ότι η
Αθήνα έχει τη βάση για τους ισχυρισμούς της», σημειώνει το σερβικό πρακτορείο Tanjug και προσθέτει:
Αυτό
το ζήτημα προκαλείται από τα ταραχώδη συναισθήματα που επανέρχονται στην
ημερήσια διάταξη, όταν ο Αλέξης Τσίπρας θα επισκεφθεί την καγκελάριο Άνγκελα
Μέρκελ στο Βερολίνο για πρώτη φορά ως πρωθυπουργός τη Δευτέρα, σε μια
ατμόσφαιρα δηλητηριασμένων κατηγοριών
για τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις και τους αλληλο-τσακωμούς Ελλήνων και Γερμανών
υπουργών, όπως ανέφερε το Reuters.
Ο
Έλληνας αριστερός ηγέτης και οι υπουργοί του , αναφέρουν τα ναζιστικά εγκλήματα
στον πόλεμο και τα χρησιμοποιούν στις προσπάθειες επαναδιαπραγμάτευσης στους όρους
για την βοήθεια προς την Αθήνα των €240 δισεκατομμυρίων
από τους εταίρους στην ευρωζώνη.
Δημιουργώντας
πίεση στη Μέρκελ, προκειμένου να κάνει
τη λιγότερη συμβολική χειρονομία, ορισμένοι Γερμανοί βουλευτές λένε ότι το
Βερολίνο έχει την ηθική υποχρέωση να εξετάσει το ζήτημα της αποζημίωσης.
Ωστόσο,
δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι η γερμανική κυβέρνηση, φοβούμενη ότι θα
μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για νέες αποζημιώσεις, θα κάνει κάτι για αυτό.
«Το
αίτημα δεν δικαιολογείται. Οι Έλληνες πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους, να
κοιτάξουν τα οικονομικά τους, να μην επιδιώκουν ενόχους αλλού», δήλωσε ο Volker Kauder, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής
ομάδας των συντηρητικών της Άνγκελα Μέρκελ.
Το
επιχείρημα της Γερμανίας βασίζεται στο γεγονός ότι οι πληρωμές προς την Ελλάδα
ύψους 115 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων το 1960, αποκλείει μεμονωμένες
απαιτήσεις, και έχουν παρόμοιες συμφωνίες που έχουν υπογραφεί με τις άλλες ευρωπαϊκές
χώρες και υποστηρίζονται από τα δικαστήρια.
Το Βερολίνο,
αναφέρεται, επίσης, στη λεγόμενη «συμφωνία δύο συν τέσσερα», η οποία υπεγράφη από την τότε
Ανατολική Γερμανία και τη Δυτική Γερμανία, με τέσσερις συμμάχους πολέμου, πριν
από την επανένωση της Γερμανίας το 1990.
Η
συμφωνία, η Ρωσία, οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Γαλλία, αποποιήθηκαν περαιτέρω αξιώσεις
και το Βερολίνο υποστηρίζει ότι το ζήτημα αυτό επιλύθηκε και οι αξιώσεις άλλων
χωρών, όπως η Ελλάδα, η οποία δεν υπέβαλε ενστάσεις.
Ορισμένοι
δικηγόροι, ωστόσο, αναφέρουν ότι η Ελλάδα δεν έχει παραιτηθεί από τα αιτήματά της
και σε αυτό συμφωνούν και ορισμένοι εμπειρογνώμονες.
«Το
επιχείρημα της γερμανικής κυβέρνησης είναι αδύνατο και συζητήσιμο», αξιολογεί ο
ειδικός επί διεθνών ειδικών
θεμάτων, Andreas Fischer-Leskano και προσθέτει ότι δεν
επιτρέπεται να συνάψει συμφωνία σε βάρος ενός τρίτου , στην προκείμενη
περίπτωση στην Ελλάδα.
Ο Anestis Nessu, Έλληνας δικηγόρος που εργάζεται στη Γερμανία, εκτιμά ότι υπάρχουν πολλά
περιθώρια για την ερμηνεία αυτού του θέματος.
«Η Ελλάδα δεν έχει ερωτηθεί, έτσι, οι απαιτήσεις της δεν έχουν
εγκαταλειφθεί», εξηγεί ο ίδιος.
Ένα συγκεκριμένο θέμα είναι ένα δάνειο 476 εκατομμυρίων μάρκων, το οποίο
εξήχθη από την Τράπεζα της Ελλάδας το 1942, και ότι οι ναζί χρησιμοποίησαν αυτό
για να χρηματοδοτήσουν τις στρατιωτικές εκστρατείες στη βόρειο Αφρική.
Ενώ η Γερμανία ισχυρίζεται ότι κατέβαλε τις πολεμικές αποζημιώσεις και κάλυψε
το δάνειο, ορισμένοι ειδικοί πιστεύουν ότι αυτή είναι μια οικονομική συναλλαγή
για τον εαυτό της.
«Η στάση της γερμανικής κυβέρνησης είναι συγχυσμένη», λέει ο ιστορικός
Χάγκεν Φλάισερ για τη γερμανική τηλεόραση ARD.
Ο Fisher-Leskano δείχνει ότι η Ελλάδα θα μπορούσε το οφειλόμενο δάνειο να
το παραπέμψει στο Διεθνές Δικαστήριο.
Την ίδια στιγμή, κάποιοι Γερμανοί πολιτικοί πιστεύουν ότι η κυβέρνηση του
Βερολίνου θα πρέπει να βρει τρόπους με
μια χειρονομία συμφιλίωσης.
Η Μέρκελ θα πρέπει να στείλει το μήνυμα και να διαθέσει οικονομική βοήθεια
στα θύματα που βρίσκονται ακόμη εν ζωή», δήλωσε η Renata Kuenast από τους Πράσινους για το «Spiegel online».
--
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση μόνον με αναφορά της ενεργής ηλεκτρονικής διεύθυνσης του ιστολογίου παραγωγής- http://www.echedoros-a.gr