Η αντιμετώπιση της Γενοκτονίας των Ελλήνων Του Πόντου από την τουρκική κοινωνία



Γράφει ο Γιώργος Τσακάλης

 

Η πρόσφατη αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων από το νεοεκλεγέντα Αμερικανό Πρόεδρο Biden, ήταν μια εξέλιξη που χαιρετήθηκε με αισθήματα ανακούφισης και δικαιοσύνης από τους Αρμένιους, τόσο του Καυκάσου, όσο και της παγκόσμιας διασποράς. 

Εμφανώς, προξένησε τα άκρως αντίθετα συναισθήματα στην πολιτική εξουσία της Τουρκίας αλλά και σε ένα μεγάλο μέρος της τουρκικής κοινωνίας, μιας κοινωνίας που αδυνατεί εδώ και έναν αιώνα να συμφιλιωθεί με το παρελθόν της και να αναγνωρίσει λάθη και εγκλήματα που διαπράχθηκαν από μέρους της, ώστε να μπορέσει, επιτέλους, να απαγκιστρωθεί από αυτά και να ενταχθεί «εξαγνισμένη» στη διεθνή κοινότητα.

Η ανακοίνωση του Αμερικανού Προέδρου έλαβε χώρα λίγες, μόλις, μέρες πριν την έλευση της 101ης επετείου μιας άλλης τουρκικής γενοκτονίας, αυτής των Ελλήνων του Πόντου. Εκατομμύρια απόγονοι των εκδιωχθέντων, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, τίμησαν και φέτος τη μνήμη των συγγενών τους που χάθηκαν 101 χρόνια νωρίτερα στις πορείες θανάτου, στις σφαγές και τις λεηλασίες που διαπράχθηκαν στις πατρογονικές εστίες. Φέτος, υπήρξε διάχυτη μεταξύ τους μια θετική προσμονή για δικαίωση μέσα από μια παρόμοια αναγνώριση της δικής τους γενοκτονίας, από μια μεγάλη δύναμη όπως οι Η.Π.Α., από τον «πρώτο» πολίτη του κόσμου, τον Πρόεδρό τους.

Κάτι τέτοιο κρίνεται επιβεβλημένο, πρωτίστως για να γίνουν γνωστά τα γεγονότα της γενοκτονίας παγκοσμίως αλλά, πολύ περισσότερο, στην ίδια την τουρκική κοινωνία, μεγάλο τμήμα της οποίας δεν αποδέχεται τη γενοκτονία γιατί πολύ απλά δεν γνωρίζει καν τα γεγονότα τα οποία συνέβησαν. Εννοείται πως δεν διδάσκονται στη δημόσια εκπαίδευση ενώ παράλληλα απουσιάζουν από τον δημόσιο λόγο και κάθε απόπειρα εμφάνισής τους από ακαδημαϊκούς ή δημοσιογραφικούς κύκλους πολεμάται, ακόμα και ποινικοποιείται από το τουρκικό κράτος. Παρ’ όλ’ αυτά υπάρχουν «φωτεινές» εξαιρέσεις ανθρώπων και μέσω μαζικής ενημέρωσης που προέρχονται από τη γείτονα χώρα και μάχονται για μια πιο αντικειμενική Τουρκία, για μια Τουρκία που θα αντιμετωπίσει, επιτέλους, τα φαντάσματα που την ακολουθούν. 


Ανήμερα της 101ης επετείου από την Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, το διεθνές ειδησεογραφικό πρακτορείο «Ahval» (που σημαίνει «Γεγονότα» στην αραβική), διοργάνωσε διαδικτυακή εκδήλωση στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης «Twitter» με τίτλο «Μάθημά μας, η Ιστορία: 101η επέτειος από την Τραγωδία του Πόντου-Τι συνέβη?». Η εκδήλωση έλαβε χώρα στα τουρκικά με κεντρικό ομιλητή τον Tamer Çilingir (Ταμέρ Τσιλινγκίρ), ακτιβιστή και συγγραφέα, ο οποίος ύστερα από πολυετή δράση κατά της αυταρχικότητας του τουρκικού κράτους φυλακίστηκε, βασανίστηκε και καταδικάστηκε σε ισόβια, καταφέρνοντας, όμως, να διαφύγει στο εξωτερικό, όπου και διαμένει, πλέον, μόνιμα. Ο Çilingir ισχυρίζεται ότι είναι απόγονος εξισλαμισθέντων Ποντίων, με καταγωγή από την κωμόπολη Λιβερά της επαρχίας Ματσούκας του Πόντου και έχει γίνει ευρύτερα γνωστός για το βιβλίο του με τίτλο «Pontos Gerçeği: 1914-1923 Yılları Arasında Karadeniz’de Yaşananlar» (Η αλήθεια του Πόντου: Οι κάτοικοι της Μαύρης Θάλασσας μεταξύ των ετών 1914-1923), όπου εξιστορεί τις φρικαλεότητες των Τούρκων σε βάρος του ελληνικού πληθυσμού.

Ο Çilingir ήταν ένας εκ των ομιλητών και στο Διεθνές Συνέδριο για το Έγκλημα της Γενοκτονίας, που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα στις 6-9 Δεκεμβρίου 2019, από την Παμποντιακή Ομοσπονδία με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γενοκτονία του Πόντου. Στην διαδικτυακή του ομιλία, στα πλαίσια της εκδήλωσης του «Ahval» έκανε, και πάλι, εκτενή αναφορά στις ρίζες και τις αιτίες της γενοκτονίας καθώς και στις σφαγές που υπέστησαν οι Έλληνες Πόντιοι. Ακόμη, στηλίτευσε τη συνεργασία επίσημων και παραστρατιωτικών δυνάμεων στην προσπάθεια αφανισμού του ελληνικού στοιχείου από την περιοχή. Επικαλέστηκε επίσημα αρχεία και έγγραφα (η πρόσβαση στα οποία εμποδίστηκε σκληρά από το σύγχρονο τουρκικό, κρατικό μηχανισμό) τα οποία αποδεικνύουν την «αγαστή» συνεργασία του Κεμάλ Ατατούρκ με τους Τσέτες και τις συμμορίες τους, με προεξάρχοντα τον Τοπάλ Οσμάν, στους οποίους έδωσε ρητές εντολές και οδηγίες για πλήρη καταστροφή των ελληνικών εκκλησιών, σχολείων, κατοικιών και, γενικότερα, των ελληνικών συμβόλων της περιοχής, και για τον παράλληλο αφανισμό των ίδιων των Ελλήνων, ασχέτως φύλου ή ηλικίας.


Η σημασία της συγκεκριμένης εκδήλωσης είναι αρκετά κρίσιμη, εξαιτίας της γλαφυρότητας των διηγήσεων του Çilingir και της ίδιας της προσωπικότητας και της πορείας του, αλλά, πολύ περισσότερο, λόγω της βαρύτητας του φορέα που το διοργάνωσε. Το πρακτορείο «Ahval» αποτελεί διαδικτυακό φορέα ειδησεογραφίας με αποκλειστικό επίκεντρο την Τουρκία και τις εξελίξεις γύρω από αυτήν και ιδρύθηκε το 2017. Έχει κατηγορηθεί από την τουρκική κυβέρνηση για συνεργασία με το κίνημα του Fethullah Gülen (Φετουλάχ Γκιουλέν), το οποίο φέρεται να ενορχήστρωσε το πραξικόπημα κατά του Erdoğan το καλοκαίρι του 2016, ενώ η λειτουργία του έχει απαγορευτεί στην Τουρκία από το 2018 και η  Interpol Τουρκίας έχει εκδόσει ένταλμα σύλληψης του αρχισυντάκτη της για συμμετοχή στο εν λόγω κίνημα. Ο λογαριασμός του «Ahval» στο «Twitter» έχει 217.000 ακόλουθους στην τουρκική έκδοση και 29.000 στην αγγλική, κάτι που αυξάνει το ειδικό βάρος της εκδήλωσης που έλαβε χώρα για τη Γενοκτονία των Ποντίων.

Η παγκόσμια κοινότητα, οι Τούρκοι πολίτες που σκέφτονται και δρουν αντικειμενικά, αλλά ακόμα και εκείνοι που συνεχίζουν τυφλά να αρνούνται κάθε νύξη για γενοκτονία, είχαν την ευκαιρία να ακούσουν την ομιλία του Çilingir και να προβληματιστούν γύρω από λόγια που προέρχονται από έναν Τούρκο, που αναζήτησε τις ρίζες του και ανακάλυψε συγκλονιστικά πράγματα για τον ίδιο. Ίσως τέτοιες ενέργειες, τέτοια παραδείγματα, να αποτελέσουν έναυσμα για μια σταδιακή, ειλικρινή στροφή και απαγκίστρωση από τους εθνικούς μύθους στη γείτονα χώρα, κάτι το οποίο θα συμβάλλει τόσο στην εξομάλυνση των διμερών σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας, όσο και στην πραγματική κοινωνική ανέλιξη των Τούρκων που θα προωθήσει, μελλοντικά, και την αποστροφή των αναθεωρητικών πολιτικών της παρούσας τουρκικής ηγεσίας.

Ας αναπαυθούν οι ψυχές όσων χάθηκαν…

Καμίαν ‘κί ανασπάλω…

 

Τσακάλης Γιώργος