Σκόπια- Ιστορία: «Η μυστική συμφωνία για τη διαίρεση της Μακεδονίας”


-Η Ιστορική Διαμάχη Σκοπίων - Σόφιας - Μέρος Β'

Όπως την παρουσιάζουν οι Σκοπιανοί-

Οκτώβριος 11, 2010

Γράφει ο Βίκτωρ Σβετανόσκι- Виктор Цветаноски
Εφημερίδα ‘Ούτρισκσι Βέσνικ’ 10 Οκτ. 2010

Λίγο πριν τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο η Βουλγαρία και η Σερβία είχαν κάνει λεπτομερή χάρτη για τη διαίρεση της Μακεδονίας.

Η Βουλγαρία, για να επικρατήσει στη Μακεδονία, έκανε διάφορους πολέμους.

Μαζί με τη Σερβία και την Ελλάδα ξεκίνησαν τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο εναντίον της Τουρκίας το 1912.

Μετά τη συνολική νίκη, επειδή η Βουλγαρία ήταν δυσαρεστημένη από αυτά που απόκτησε, άνοιξε νέο πόλεμο κατά των προηγούμενων συμμάχων της.

Αυτός ο πόλεμος, ο Β’ Βαλκανικός ήταν καταστροφικός γι’ αυτήν.

Και στους δύο πολέμους πάλεψε για τη Μακεδονία, αλλά από λάθος πλευρά. Για την επίτευξη των φιλοδοξιών της, την δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας, δεν δίστασε να συμμαχήσει στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και με τη ναζιστική Γερμανία.

Η Σόφια ανέκαθεν ισχυριζόταν ότι η Μακεδονία είναι η αρχέγονη βουλγαρική χώρα και κανείς δεν είχε δικαίωμα σε αυτήν.

Ωστόσο, υπέγραψε, κρυφά, λίγο πριν τον Α’ Βαλκανικό πόλεμο με τη Σερβία, να την χωρίσουν. Η συμφωνία αυτή συνάφθηκε μεταξύ 29 Φεβρουαρίου και 13 Μαρτίου του 1912. Για αυτήν τη συμφωνία τα δύο κράτη δημιούργησαν έναν πολύ λεπτομερή χάρτη, σύμφωνα με τον οποίο η Σερβία είχε δικαιώματα στα εδάφη όπου είχε εισέλθει καθώς και στις πόλεις Κουμάνοβο, Σκόπια, Κίτσεβο, Ντμπάρ και Στρούγκα.

«Μέσα από την επισκόπηση των δεκαετιών, βλέπουμε ότι στα παζάρια μεταξύ της Σερβίας και της Βουλγαρίας, κυριαρχούν τα εγωιστικά συμφέροντα των δύο αντιπάλων για την απόκτηση της Μακεδονίας.

Απλά, η υπογραφή της συμφωνίας για Συμμαχία Σερβίας- Βουλγαρίας, αποτελεί μια απόδειξη, ότι παρά τις θλιβερές φράσεις για ‘ενοποίηση της Μακεδονίας και της Βουλγαρίας’, για το ‘αδιαίρετο του βουλγαρικού λαού στην υπάρχουσα γεωγραφική περιοχή’, η βουλγαρική πολιτική, όταν έλαβε μια πραγματική ευκαιρία να επεκτείνει την επιρροή της σε ένα μέρος της Μακεδονίας, χωρίς ενδοιασμούς, δεν δίστασε να το πράξει. Έτσι δέχθηκε την προσφορά να διαιρέσει την Μακεδονία» θα σημειώσει ο ακαδημαϊκός Ιβάν Καταρντζίεφ.

Χωρίς να γνωρίζουν τη μυστική συμφωνία για τη διαίρεση της χώρας, όλοι οι κάτοικοι της περιοχής, υποστήριζαν τον πόλεμο που ξεκίνησε τότε από τους συμμάχους κατά της Τουρκίας, χωρίς να είναι υπέρ της Βουλγαρίας ή υπέρ της Σερβίας και χωρίς να έχουν φιλο-ελληνικό προσανατολισμό.

Όλοι είχαν τοποθετηθεί στην πλευρά των συμμάχων, γιατί πίστευαν ότι ήρθε , επιτέλους, η ημέρα της απελευθέρωσης της Μακεδονίας. Το σύνολο του ‘μακεδονικού επαναστατικού κινήματος’ δεν βρίσκονταν σε ενέργεια , λόγω του ότι ασχολούνταν με τον πόλεμο. Στη συνέχεια το VMRO, με ειδική επιστολή κάλεσε τον πληθυσμό να δώσει οποιαδήποτε βοήθεια στους συμμάχους.

Από τη Σόφια, είχαν αποσταλεί στη Μακεδονία περίπου 1.500 στρατιώτες, μαζί με εκείνους που ήδη βρίσκονταν στο έδαφός της, όπου το σύνολο δεν υπερέβαινε τους 2.000. Ήταν όλοι τους έμπειροι μαχητές, οι περισσότεροι από το κίνημα του Ίλιντεν, το οποίο συνείσφερε πολύ και απελευθέρωσε πολλές πόλεις.

Πολλοί ‘Σλαβο-Μακεδόνες’ εντάχθηκαν στον αγώνα. Δέκα τέσσερις χιλιάδες εξακόσοι εβδομήντα άνδρες εντάχθηκαν στον “ Μακεδονικό Σώμα.Εθελοντών του Odrin”.

Σύμφωνα με το Γκεόργκι Κινσέλινοφ (Георги Киселинов), που συμμετείχε στους πολέμους αυτούς και ήταν μέλος της πρώτης επιτροπής στη δημιουργία του ‘μακεδονικού αλφάβητου’ μετά την πρόσκληση, για την εκδίωξη των Τούρκων και την απελευθέρωση της κατεχόμενης πατρίδας τους, στον λεγόμενο ‘μακεδονικό στρατό’ (;) βρέθηκαν πολλοί αγρότες, βιοτέχνες, καθηγητές, δικηγόροι, συγγραφείς διαφόρων ηλικιών. Οι εθελοντές από τη Μακεδονία ήταν οργανωμένοι σε 12 ομάδες εκ των οποίων οι 10 αποτελούνταν μόνον από εντόπιους, από διάφορα μέρη της Μακεδονίας.

Ωστόσο οι Σλαβο-Μακεδόνες θα αγωνιστούν για την πατρίδα τους, τη Μακεδονία. Οι Βούλγαροι θα τους στείλουν μακριά στην κατάκτηση της Αδριανούπολης για να πεθάνουν εκεί.

Σύμφωνα με την Επιτροπή Carnegie, η οποία συνέταξε την περίφημη Έκθεση ,σχετικά με τις μεγάλες σφαγές στα Βαλκάνια, ο κύριος λόγος, για την μετακίνηση αυτή, ήταν ο φόβος των Βουλγάρων για την απελευθέρωση του «μακεδονικού έθνους».

«Σε κάθε περίπτωση, 15.000 Μακεδόνες εθελοντές που θα μπορούσαν να αφεθούν να πολεμήσουν για τη Μακεδονία, κοντά στα σπίτια τους, αναγκάζονταν να ζουν στη διάρκεια του πολέμου μακριά από τα χωριά τους, στην Τσατάλτζα και στο Μπουλαϊρ» έγραψε η Επιτροπή στην Έκθεση, επισημαίνοντας ότι διευκόλυναν την κατάληψη της Μακεδονίας από το σερβικό και τον ελληνικό στρατό.

«Εάν ο σκοπός αυτής της τακτικής ήταν να διευκολύνουν το διαχωρισμό, το αποτέλεσμα έφερε και συνέχεια. Επιτάχυνε την απώλεια της Μακεδονίας και την καταλόγισε υπέρ των Συμμάχων» αναφέρει η Επιτροπή.

Είναι απλή σύμπτωση που η Μακεδονία ήταν ξεχασμένη μέσα σε ένα μυστήριο, μέχρι τη στιγμή που εμφανίστηκαν οι Βούλγαροι με τις φιλοδοξίες τους. Ζήτησαν μάλιστα από τα μέλη της Επιτροπής να σημειώσουν ότι τίποτε δεν ήταν τυχαίο, αφού η δυσπιστία μεταξύ των παλαιότερων βουλγαρικών κυβερνήσεων και του ‘μακεδονικού επαναστατικού κινήματος’ υπήρχε ανέκαθεν. «Τώρα που η Μακεδονία βρισκόταν μπροστά στην απελευθέρωση, έγιναν τα πάντα για να αποτρέψουν στους Μακεδόνες να έχουν άμεση συμμετοχή στα γεγονότα της απελευθέρωσης» γράφει η αναφερόμενη έκθεση.

Στη διάρκεια του πολέμου, στον αγώνα για την κατάληψη της Αδριανούπολης, σκοτώθηκαν πολλοί Σλαβο-Μακεδόνες.

«Ζηλεύω τους νεκρούς, γιατί έχουν περάσει τα χειρότερα, ενώ εμείς οι ζωντανοί δεν γνωρίζουμε τι μας περιμένει αύριο», τα λόγια αυτά εντυπώνονται στο μυαλό τους. Ωστόσο όλη η προσπάθεια των Σλαβο- Μακεδόνων εθελοντών ( να ενταχθούν στο βουλγαρικό στρατό και να πολεμήσουν για την Βουλγαρία) απέβη μάταιη. Αργότερα συνειδητοποίησαν ότ,ι , όντως, αγωνίστηκαν για τα συμφέροντα που παίζονταν από τους Συμμάχους, μετά την εκδίωξη των Τούρκων.

Ηττημένοι από λανθασμένη γνώση οι Σλαβο-Μακεδόνες εθελοντές δεν θα ξεφύγουν από την αίσθηση ότι κάποιος πίσω από τις πλάτες τους, πριν την κήρυξη του πολέμου ,σχεδίαζε τη διαίρεση της Μακεδονίας.

«Ο εθελοντής από τη Μακεδονία σκεφτόταν με λύπη για την πατρίδα του, η οποία έδωσε αναρίθμητα θύματα αγωνιζόμενος στο επαναστατικό κίνημα για την υλοποίηση του ιδανικού μιας ελεύθερης Μακεδονίας διαρθρωμένη στα γεωγραφικά της όρια. Τώρα με του Βαλκανικούς Πολέμους, οι Σλαβο-Μακεδόνες, έβλεπαν με δάκρυα στα μάτια την πατρίδα τους, να την δίνουν, ως θήραμα, στους βαλκανικούς συμμάχους» θα καταγράψει στη μνήμη του ο Τοντόρ Ποπ Άντοφ, ο οποίος είναι ένας από τους πολλούς Μακεδόνες που πολύ αργά συνειδητοποίησε την απάτη της Σόφιας και των σχεδίων της που έγινε πίσω από τις πλάτες των Σλαβο-Μακεδόνων, για τη διαίρεση της Μακεδονίας με τους Σέρβους.

Ο Ποπ Άντοφ γράφει ότι το περιεχόμενο της μυστικής συμφωνίας μεταξύ Βουλγαρίας και Σερβίας, έχει προκαλέσει θλίψη στην ψυχή του Σλαβο-Μακεδόνα-εθελοντή.

Πριν από τον πόλεμο, ο αναφερόμενος πιο πάνω, με τη σύζυγό του, Πολυξένη Μοσίνοβα, σπούδαζαν στη Γενεύη. Και οι δύο αναφέρθηκαν ότι κατετάγησαν στο ‘Μακεδονικό Σώμα Εθελοντών Odrin’ και συμμετείχαν στην υγειονομική μονάδα.
Το βουλγαρικό τάγμα του "Μακεδονικού Σώματος Εθελοντών του Odrin", από Βουλγάρους της γεωγραφικής Μακεδονίας
(σ.σ. Στη Βουλγαρική Ιστορία, αναφέρεται το Σώμα αυτό ως βουλγαρικός σχηματισμός εθελοντών Βουλγάρων της γεωγραφικής Μακεδονίας, ο οποίος εξελίχθηκε σε τάγμα βουλγαρικό)

Μετά τον πόλεμο, στη Βουλγαρία καταλογίστηκε ένα μικρό τμήμα της Μακεδονίας, έτσι θα στραφεί εναντίον των Συμμάχων της και θα ξεκινήσει το Β’ Βαλκανικό Πόλεμο.

Το VMRO θα υποστηρίξει πλήρως τότε τη Βουλγαρία. «Όλοι είχαν τότε διατεθεί προς διάθεση των βουλγαρικών αρχών. Όλοι, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων- εξυπηρετούσαν τότε τα συμφέροντα της Βουλγαρίας», έγραψε ο Αλεξαντάρ Μαρτούλκοφ, στις αναμνήσεις του.

Στη συνέχεια, πάνω από χίλιοι κάτοικοι εξεγέρθηκαν στις παραμονές του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου. Στις Τίκβες εξεγέρθηκαν ανταρτοομάδες και καπετάνιοι για να απελευθερώσουν την πόλη. Συμμετείχαν 1.000 περίπου από τους οποίους οι διακόσιοι ήταν απλοί πολίτες και οι άλλοι αποσπάσματα της ΕΜΕΟ. Το Καβαντάρτσι ήταν ελεύθερο για επτά ημέρες, από 19 έως 26 Ιουνίου 1913. Στις 20 Ιουνίου έγινε συγκέντρωση και εξελέγη η διοίκηση της πόλης.

Η εξέγερση καταπνίγηκε από το βουλγαρικό στρατό τον οποίο ακολουθούσαν ομάδες του VMRO. Τότε άρχισε η αιματηρή επιδρομή των παραστρατιωτικών ομάδων των Σέρβων στο χωριά του Τίβκες. Ο Βασίλιε Τρέμπιτς με 200 περίπου εθελοντές, που ήταν υπέρ των Σέρβων, μπήκαν στις περιοχές του Βέλες και Πρίλεπ καθώς και οι άνδρες του Γιοβάν Μπαμπούνσκι και 250 Τούρκοι με επικεφαλής τον Αλβανό Γιάγια-Αγά και διέπραξαν πρωτοφανείς αγριότητες σε αθώους ανθρώπους. Είχαν σκοτωθεί τότε πάνω από 1.000 κάτοικοι.

Στην Αχρίδα, επίσης, η θυγατρική οργάνωση του VMRO, στην οποία συμμετείχαν Αλβανοί, κατεστάλη από τους Σέρβους, οι οποίοι σκότωσαν πολλούς κατοίκους της Αχρίδας. Κάηκαν 30 άτομα μεταξύ Αχρίδας και Γκόστιβαρ και ρήμαξαν 180 χωριά.

Το πρώτο μέρος της σκοπιανής ιστορικής αναφοράς αναρτήθηκε ΕΔΩ





Ἂρθρα & Σκέψεις- Γιῶργος Ἐχέδωρος