Ιστορική Διαφωνία: Οι Κατάσκοποι Της Βουλγαρίας Στα Σκόπια


Νοέμβριος 6, 2010

Πριν από τον πόλεμο αλλά και στη διάρκεια του γιουγκοσλαβικού πολέμου, η Βουλγαρία δεν καθόταν με σταυρωμένα χέρια.

Οι βούλγαροι κατάσκοποι, επί αρκετά χρόνια έκαναν κρουαζιέρα στη Βαρντάρσκα και ενημέρωναν τις μυστικές υπηρεσίες της Σόφιας για όλα όσα συνέβαιναν στη χώρα αυτή. Με την ιδιότητα του μόνιμου ανταποκριτή στο Βελιγράδι ο Βελιζάρ Έντσεφ, ο οποίος καθημερινά ενημέρωνε τη Βουλγαρική Εθνική Τηλεόραση, δημιούργησε ένα αντιπροσωπευτικό δίκτυο φιλοβουλγάρων Σλάβων σε πολλά χωριά και πόλεις της Βαρντάρσκας.

Πολλοί από αυτούς εξελίχθηκαν σύντομα σε πολύ γνωστούς πολιτικούς της Βαρντάρσκας.

Αυτές και άλλες λεπτομέρειες των δραστηριοτήτων των μυστικών υπηρεσιών της Βουλγαρίας στην Βαρντάρσκα αποκαλύπτονται στο βιβλίο του Έντσεφ, πρώην πράκτορα της Βουλγαρίας, το οποίο δημοσιεύθηκε πρόσφατα στη Σόφια.

«Συχνά έκανα ολιγοήμερα ταξίδια στη Βαρντάρσκα παρακολουθώντας εκκλησίες, μοναστήρια, πολιτιστικά και ιστορικά μνημεία στα Σκόπια, στην Οχρίδα, στη Στρούγκα, στο Μοναστήρι, στον Πρίλαπο και σε δεκάδες χωριά και επαρχίες… Με την έγκριση του Κέντρου είχαμε θέσει πολλούς στόχους- όχι μόνον για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις πολιτιστικές, εθνοτικές και θρησκευτικές διαδικασίες στην περιοχή της Βαρντάρσκας και να προσελκύσω άτομα με βουλγαρικές καταβολές ώστε να διασώσω τη βουλγαρική συνείδησή τους.

» Έτσι άρχισα να δημιουργώ δίκτυο ανθρώπων που ήταν υπέρ της Βουλγαρίας, μέσω του οποίου ελάμβανα πληροφορίες, εκτελώντας τα αντίστοιχα καθήκοντα του τομέα αυτού. Αργότερα στο δίκτυο αυτό εντάχθηκαν επιφανείς πολιτικοί της Δημοκρατίας της Βαρντάρσκας, των οποίων τα ονόματα δεν μπορώ να αναφέρω για ευνόητους λόγους.

»Χωρίς τη βοήθεια αυτών των ανθρώπων ήταν αδύνατο να επιβληθούν τα βουλγαρικά συμφέροντα στη Βαρντάρσκα», εξηγεί ο συγγραφέας αναλύοντας τη δημιουργία του κατασκοπευτικού δικτύου του.

Ο Βούλγαρος κατάσκοπος οργάνωσε την πρώτη επίσημη επίσκεψη του Λιούπκο Γκεοργκιέφσκι και της Ντόστα Ντίμοφσκα στη Σόφια.

Γράφει σχετικά:

«Στα τέλη του 1991, πρότεινε η ηγεσία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών της Βουλγαρίας να καλέσει επισήμως τους Σλάβους ηγέτες της δημοκρατικής αντιπολίτευσης των Σκοπίων. Κάλεσα τότε τον ηγέτη του νεοσύστατου κόμματος VMPO-DMNE, Λιούπκο Γκεοργκιέφσκι και τη Ντόστα Ντίμοφσκα .

Τότε ορισμένοι υπουργοί στην κυβέρνηση του Νίκολα Κιούσεφ κρατούσαν φιλική στάση με τη Σόφια, σε αντίθεση με τον πρόεδρο Γκλιγκόροφ . Θεωρούσαμε τότε ότι μια επίσκεψη αντιπροσωπείας του VMPO-DMNE στη Σόφια που θα γινόταν δεκτή από τον πρόεδρο της χώρας και τους ηγέτες των κοινοβουλευτικών κομμάτων θα είχε θετικό αντίκτυπο στις δύο χώρες.

» Έτσι οι ‘μακεδονιστές των Σκοπίων ’ (σ.σ. на македонистите во Скопје – μακεντονίστιτε βο Σκόπιε, στο κείμενο) θα ελάμβαναν ένα μάθημα βαλκανικής διπλωματίας, αυτό που εκείνοι , δηλαδή, αδυνατούσαν να κάνουν, το έκανε πράξη η αντιπολίτευση, βελτιώνοντας με αλματώδη ρυθμό τις σχέσεις με τη Βουλγαρία», γράφει ο Έντσεφ που διετέλεσε χρόνια κατάσκοπος στην περιοχή της Βαρντάρσκας.

Όταν η Σόφια έδωσε τη συγκατάθεσή της για την επίσκεψη του Γκεοργκιέφσκι και της Ντίμοφσκα, είχαν ζητήσει μια συνάντηση με τον ηγέτη του VMRO (σ.σ. κόμμα Βουλγαρίας) ο οποίος δέχτηκε αμέσως την ιδέα της επίσκεψης των ηγετών του σκοπιανού κόμματος στη Βουλγαρία.

Έτσι στις αρχές του 1992 οι δύο αναφερθέντες του κόμματος της αντιπολίτευσης των Σκοπίων, ξεκίνησαν οδικώς προς τη Βουλγαρία. Δύο φορές το αυτοκίνητο που μετέφερε τους Γκεοργκιέφκι και Ντίμοφσκα, ακινητοποιήθηκε για έλεγχο από τις αστυνομικές αρχές της Βαρντάρσκας, πριν από τα σύνορα του Ντέβε Μπαϊρ, ενώ από την άλλη πλευρά των συνόρων, τους περίμενε συνοδεία με Mercedes, βάσει βουλγαρικού επίσημου πρωτοκόλλου, όπου έγιναν δεκτοί με υψηλές τιμές.

Οι επίσημοι της σκοπιανής αντιπολίτευσης είχαν συνάντηση και με τον Κρασιμίρ Καρακατσάνοφ, ο οποίος μάλιστα αρνήθηκε στα βουλγαρικά μέσα ότι αναγνωρίζει ως ‘μακεδονικό’ λαό τους κατοίκους της Βαρντάρσκας.

Ο Έντσεφ, για το κατασκοπευτικό του έργο, όταν γύρισε στη Σόφια ανταμείφθηκε με θέση πρεσβευτού στην Κροατία,από τον πρώην Πρόεδρο της Βουλγαρίας Πέταρ Στογιάνοφ, την οποία, όμως, θέση δεν αποδέχθηκε με το δικαιολογητικό ότι δεν συνάδει με την κατασκοπευτική του ιδιότητα τους στις βουλγαρικές μυστικές υπηρεσίες. Ωστόσο έθεσε την ιδέα να εργαστεί στην Βαρντάρσκα και τη Σερβία, για να συνεχίσει, όπως είπε, να παλεύει για τον εκβουλγαρισμό των δυτικών επαρχιών της Βαρντάρσκας που τις θεωρούσαν οι Σέρβοι ως ανατολικό μέρος της Σερβίας.

«Από τη στιγμή που η κυβέρνηση Στανίσεφ, άνοιξε τα αρχεία των μυστικών υπηρεσιών ως ένδειξη ισότητας μεταξύ της αστυνομίας και των υπηρεσιών ασφαλείας αποκαλύπτεται ότι η σιωπή είναι χρυσός. Είναι προδοσία για ανθρώπους που έδωσαν τα πάντα, έδωσαν τον εαυτό τους για την εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων της Βουλγαρίας, στην Σερβία και στη Βαρντάρσκα, να δημοσιοποιούνται τα ονόματά τους. Στις δυτικές επαρχίες όπου ζουν 30.000 Βούλγαροι, το σλαβικό στοιχείο(σ.σ. επί λέξει : славјанското население) αποτελεί το 90%. Ανεξάρτητα από το πολιτικό σύστημα που υπάρχει στη Βουλγαρία κατά τον 20ο ή τον 21ο αιώνα, η βουλγαρική υπηρεσία πληροφοριών είχε ένα στόχο: τη διατήρηση της βουλγαρικής εθνικής αφομοίωσης, την εγγύηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων τους και να βοηθήσει στη διπλωματία μας στη διεθνοποίηση του βουλγαρικού ερωτήματος στη Γιουγκοσλαβία».

Αυτός είναι και ο λόγος που ο πρώην βούλγαρος κατάσκοπος Έντσεφ αποφάσισε να μιλήσει για πράγματα τα οποία συχνά παραμένουν κρατικά μυστικά.

Ο Έντσεφ αναφέρει ακόμη ότι αρκετές ημέρες πριν την 10η Νοεμβρίου του 1989 έφτασε στη Σόφια, ένας διάσημος Σέρβος συγγραφέας του περιβάλλοντος του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς με ειδική αποστολή.

Τη συνάντηση την διοργάνωσε ο ίδιος ο Έντσεφ και ο άνθρωπος του Μιλόσεβιτς έκανε την ακόλουθη πρόταση στους Βούλγαρους ηγέτες: «Η Βουλγαρία έχει ένα πρόβλημα με την τουρκική μειονότητα, η Σερβία με τους Αλβανούς. Ας ενώσουμε τις δυνάμεις μας και να λύσουμε από κοινού τα προβλήματα αυτά. Επιπλέον η Σερβία δεν πρόκειται να θέσει θέμα Βαρντάρσκας, η οποία μπορεί να περάσει κάτω από βουλγαρική επιρροή στο μέλλον…»

Σύμφωνα, εξάλλου, με τον Έντσεφ, τις ημέρες που αποφασιζόταν η τύχη της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας υπήρξε μια συνάντηση μεταξύ του Βόισλαβ Σέσελι και του Κρασιμίρ Καρακατσάνοφ στο Βελιγράδι.

Ο Έντσεφ έπαιξε τότε τον μεταφραστή και θα σημειώσει: Ο Καρακατσάνοφ οδήγησε τη συνομιλία με τον Σέσελι σε ικανοποιητικό επίπεδο, όπως οι επαγγελματίες διπλωμάτες. Επεσήμανε ως πρώτους κινδύνους στα Βαλκάνια, τη Βαρντάρσκα, το Κοσσυφοπέδιο. Μίλησε ανοιχτά τι σημαίνει για τους Βουλγάρους η παλιά επαρχία της νοτιοσλαβίας και κατενόησε τα σερβικά αισθήματα για το Κοσσυφοπέδιο. Εκείνη την εποχή δεν είχα υπόψη μου- θα πει ο Έντσεφ, ότι ο Κρασιμίρ Καρακατσάνοφ ήταν τόσο καλός γνώστης της κατάστασης των Βαλκανίων και ότι εργάστηκε στις βουλγαρικές υπηρεσίες πληροφοριών, ως βούλγαρος κατάσκοπος.

Ο Έντσεφ θα τελειώσει την καριέρα του ως διπλωμάτης. Θα συναντηθεί με τον Πέταρ Στογιάνοφ και θα πει ανοιχτά τις φιλοδοξίες του ότι επιθυμεί να γίνει πρεσβευτής στην Βαρντάρσκα, αλλά τελικά αντί για τα Σκόπια θα τοποθετηθεί στο Ζάγκρεμπ της Κροατίας.

Και από τη θέση του αυτή άρχισε, πάλι, να εργάζεται κατά της Βαρντάρσκας.

Χρησιμοποιώντας την πρεσβευτική θέση, ως παλιός Βούλγαρος κατάσκοπος, θα κάνει τα πάντα για να αποδείξει στους Κροάτες ότι οι Σλάβοι της Βαρντάρσκα είναι Βούλγαροι.



(σ.σ. Η ονομασία- όρος, του πρωτότυπου κειμένου ως «Македонија» ή « Република Македонија» μεταφέρεται στην ελληνική ως Βαρντάρσκα ή Δημοκρατία της Βαρντάρσκας)

Ἂρθρα & Σκέψεις- Γιῶργος Ἐχέδωρος