Ας πούμε όμως δυο λόγια για την περιοχή του Κιλκισίου και ειδικότερα για τη φυσική αλλαγή των τελευταίων δεκαετιών.
Στο Κιλκίς δεν υπάρχει ή ορθότερα, δεν υπήρχε στις τελευταίες δεκαετίες υποδομή τέτοια που να σπείρει έστω υπόνοιες περιβαλλοντικής μόλυνσης, ρύπανσης ή ακόμη και καταστροφής.
Παρόλα όμως αυτά η γενικότερη κατάσταση στην περιοχή δεν μπορεί να θεωρηθεί περιβαλλοντικά- προς το φυσικό περίγυρο της δηλαδή- ως στάσιμη.
Χαρακτηρίζεται μάλλον αρνητική αν και δεν συνέπραξαν βιομηχανικοί και κατ’ επέκταση αναπτυξιακοί παράγοντες της σύγχρονης εποχής.
Απλά επικράτησε και κάλυψε την περιοχή- τη λεγόμενη ως ‘Πάικου και Κρουσίων Χώρα’ (δανειζόμαστε τον τίτλο από το βιβλίο μου)- η γενική αδιαφορία, ο επικαιρισμός και η στροφή των κατοίκων σε άλλες κατευθύνσεις.
Φαινόμενα, βέβαια, που δεν καθρεπτίζουν μόνον την αδιαφορία των κατοίκων αλλά και της γενικότερης πολιτικής στην περιοχή από άτομα με υπεύθυνες θέσεις αλλά δίχως διορατικότητα και κάποιο, έστω, στοιχειώδες μελλοντικό προγραμματισμό.
Προγραμματισμός που δεν είναι τίποτε άλλο από την απαγόρευση της ‘βιομηχανίας’ του κυνηγιού, τον καθορισμό βιοτόπων σε μεγάλες και πραγματικά αξιόλογες εκτάσεις κλπ.
Φθάσαμε στο σημείο να χαθούν τα ψάρια από τη λίμνη Δοϊράνη από πραγματική αδιαφορία, εκεί όπου παλιότερα όπως αναφέρει ενδεικτικά η ιστορία, η ποσότητα των ψαριών ‘κατά ζήτησιν ανεβαίνει από 3 έως 5 χιλιάδων οκάδων καθ’ εκάστην’.
Απειλούνται επίσης να χαθούν τέσσερις γνήσιοι βιότοποι, προσιτοί στους κατοίκους των γύρω απ’ αυτούς περιοχών, όπως οι περιοχές του Μπέλες, Πάικου και Κρουσίων. Φυσικοί χώροι όπου στο παρελθόν – πριν εκτοπισθούν ή αφανισθούν- ζούσαν και πολλαπλασιάζονταν πλήθος άγριων ζώων, συμπαθητικών ή μη.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σημειώσω ένα συμβάν που πληροφορήθηκα από έναν γεωργό. Πρόκειται για το θάνατο ενός ζαρκαδιού, κοντά στο χωριό Επτάλοφος του Κιλκισίου. Ο ανεξήγητος θάνατος όπως συμπεράνανε μερικοί γεωργοί οφειλότανε κατά πάσα πιθανότητα στα φυτοφάρμακα και στα χημικά παρασκευάσματα που ρίχτηκαν στη γη για την ‘ακμαία’ ανάπτυξη των φυτών.
Σημειώνω όμως και κάτι παραπλήσιο. Έτυχα καλεσμένος σε ‘κιλκισιώτικο’ σπίτι. Οικοδεσπότης κυνηγός. Κύριο δείπνο: ζαρκάδι ψητό. Μάλιστα ζαρκάδι. Ίσως το τελευταίο από τα Κρούσια, παρότι απαγορευμένη η θήρα του. (Όχι, δεν δοκίμασα, ντράπηκα για την υπόστασή μου)
Στη βόρεια Ευρώπη ο συμπαθητικός λαγός περιφέρεται ελεύθερος, δίχως φόβο στα αλσύλια μέσα και γύρω από τις πόλεις, ενώ στον τόπο μας αποτελεί ακόμη ‘μεζές’κατόπιν άγριου κυνηγητού.
Κάποτε ίσως πρέπει να κοιτάξουμε πέρα από το στομάχι μας. Κάποτε πρέπει να γίνουμε οι αγαθοί του φυσικού περίγυρού μας και όχι οι άκρατοι καταστροφείς του.
Δεν θα ήταν φυσικά σοφό ή ακόμη λογικό να φθάσουμε στο σημείο φόβου για να αντιληφθούμε πως το φυσικό περιβάλλον μας είναι απαραίτητο για την επιβίωσή μας.
Ο Γιώργος Εχέδωρος και ο Ρίγκο
ΑΦΑΝΙΖΕΤΑΙ Η ΠΑΝΙΔΑ
Ας θυμηθούμε πως πέρσι το καλοκαίρι, λόγω κλιματολογικής αστάθειας, η περιοχή του Κιλκίς είχε κυριευθεί από ποντίκια.
Παλιότερα δεν συνέβαινε αυτό, στον ίδιο βαθμό τουλάχιστον. Υπήρχε ο ρυθμιστικός παράγοντας. Τα ερπετά και τα πτηνά πάντα εξολόθρευαν ένα μεγάλο μέρος τους.
Οι κυνηγοί, όμως, του ποντικιού άρχισαν να αραιώνουν. Δηλητηριάστηκαν κι αυτοί από τα χημικά παρασκευάσματα που ρίχνονται αφειδώς στη γη.
Κι άλλο ένα παράδειγμα επιπολαιότητας ορισμένων νεαρών όψιμων κυνηγών. Στο βαρύ χειμώνα του 1987 πλήθος από γλαροπούλια κατέφθασαν από βορρά στην πόλη του Κιλκισίου και συγκεκριμένα στο άνοιγμα του παλιού λατομείου στο λόφο του Αη Γιώργη, ψάχνοντας προστασία και τροφή από το χιόνι και την παγωνιά.
Μέσα σε συνθήκες οικολογικής προστασίας έπρεπε να βοηθηθούν με στοιχειώδη τροφή (θα ήταν 2 με 3 χιλιάδες πουλιά). Για το τι γύρευαν τα γλαροπούλια στο ορεινό Κιλκίσιο οφείλω αντί απάντησης να παραθέσω ένα σύντομο απόσπασμα από βιβλίο του 19ου αιώνα.
«Ως επέλθη ο χειμών και μάλιστα όταν παγώσει ο Δούναβις και αι προς βορράν λίμναι, κατέρχονται ιχθυοφάγα πτηνά πολλών ειδών και κατακλύζουσι τας μεσημβρινάς λίμνας όπως διαχειμάσωσι και εύρωσιν ευκολώτερον την τροφή των. Είναι ταύτα περί τα δέκα έξη, εξ ων τινά εγχώρια και μένουσιν πάντοτε».
Αλλά με τη βαρυχειμωνιά του’87 πάγωσε και η λίμνη Δοϊράνη, οπότε τα πτηνά πέταξαν νοτιότερα και βρήκαν καταφύγιο στο κούφωμα του λόφου του Αη Γιώργη.
Τότε, μερικοί όψιμοι, λαθροκυνηγοί, νεαρής ηλικίας και άνευ παιδείας, μάθαιναν σκοποβολή κυνηγώντας μανιωδώς τα γλαροπούλια στο χώρο του παλιού λατομείου. Τα σκοτώσανε, εκατοντάδες νεκρά πουλιά, χωρίς να τα μαζέψουνε, μόνο για να ...παίξουνε...
Ίσως θεωρηθούνε και παρατραβηγμένα και άκρως συναισθηματικά τα αναφερόμενα, όταν σε άλλες περιοχές του πλανήτη την ίδια ώρα, την ίδια εποχή, σκοτώνονται και αφανίζονται, λόγω πολέμου ή πείνας, χιλιάδες ανθρώπων.
Δεν το αμφισβητούμε αυτό. Η πραγματικότητα όμως, όπως διαδραματίζεται δίπλα μας, δεν μπορεί να κρυφτεί.
Οι απειλές για το περιβάλλον στη σημερινή πραγματικότητα είναι συχνές και πολλές, ενώ οι αντιδράσεις σ’ αυτές μάλλον σπάνιες.
Συνήθως η αντίδρασή μας γίνεται όταν τα απόβλητα φθάσουν στη θύρα του σπιτιού μας και δεν μπορούμε να αναπνεύσουμε... Τότε ...διαμαρτυρόμαστε...
Ο Αξιός βρίσκεται σε συνεχή απειλή μόλυνσης, ο Γαλλικός επίσης, η Δοϊράνη βρίσκεται σε καραντίνα, τα Κρούσια απογυμνώνονται, περιοχές του Πάικου ακολουθούν.
Και στον ορίζοντα : ‘φωνή βοώντος εν τη ερήμω’...
Αχ, αυτοί οι οικολόγοι...
Καλησπέρα σας...
Δημοσιεύθηκε Ιούνιος 1989- Κιλκίς-------------------------------