Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος
Κάπου- κάπου βγαίνουν στο προσκήνιο ωραία και αθώα θεματάκια που πολλές φορές περνούν στο ‘ντούκου’. Δεν χρειάζεται να τα διατυμπανίζουμε και πολύ. Αλλά δεν μπορούμε και να τα αποκρύψουμε. Τί είναι όμως μια ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ; Γιατί δημιουργεί τόσο σάλο; Εκεί δεν υπάρχει σκοπιμότητα; Δεν υπάρχει κατεύθυνση; Δεν υπάρχει προπαγάνδα; Και βέβαια υπάρχει! Μόνο που εκεί φορούν το μανδύα της απαλότητας, της κεκαλυμμένης κατεύθυνσης.
Αν σκεφτεί κανείς τι έγινε στο όνομα της αμερικανικής δημοκρατίας τα τελευταία εξήντα χρόνια θα πρέπει να μισήσει τη Δημοκρατία. Αλλά θα αντιτείνει κάποιος πως και οι πρωτοφανείς δολοφονίες και καταστροφές των ‘πολιτισμένων Σταυροφόρων’ το 13ο αιώνα, στο όνομα του Χριστού δεν έγιναν;...
Τα λέμε αυτά κάνοντας ένα ‘ζουμ’ δημοσιογραφικό στο πρόσφατο παρελθόν του Τύπου. Όπου διαβάζουμε σε ένα φύλλο της αθηναϊκής Ελευθεροτυπίας που έχει τον τίτλο: ‘Θάβει τα ελληνικά ΜΜΕ το Στέιτ Ντιπάρτμεντ’. Το άρθρο είναι στα ‘ψιλά’ αλλά τα ζουμερά της εφημερίδας. Σκέφτομαι πόσο, αλήθεια, επίκαιρο είναι. Γράφει η εφημερίδα:
«Επιθετικά, με τάσεις εντυπωσιασμού, συχνά ανεύθυνα, ελεγχόμενα από διαπλεκόμενα συμφέροντα ή από την κυβέρνηση, θεωρεί τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών, όπως τουλάχιστον γράφει στο ενημερωτικό δελτίο του για την Ελλάδα.
Οι διατυπώσεις αυτές δεν είναι νέες αλλά διατηρούνται εδώ και πολύ καιρό στο δελτίο που παρέχει πληροφορικά στοιχεία για την Ελλάδα και το οποίο ενημερώνεται κατά περιόδους.»
Ας δούμε τι λέει ακριβώς το δελτίο του αμερικάνικου γραφείου εξωτερικών υποθέσεων που στις ετήσιες εκθέσεις του δεν αλλάζει τη ...μονότονη άποψή του:
«Τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης αποτελούν ένα θεσμό με μεγάλη επιρροή -συνήθως επιθετικά, με προσπάθειες εντυπωσιασμού και συχνά ανεύθυνα σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο. Η αντικειμενικότητα, όπως είναι γνωστή στα μέσα ενημέρωσης των ΗΠΑ στο σύνολό τους, δεν υπάρχει στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης. Τα περισσότερα ανήκουν σε επιχειρηματίες με εκτεταμένα εμπορικά συμφέροντα σε άλλους τομείς της οικονομίας. Χρησιμοποιούν τις εφημερίδες, τα περιοδικά, τους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς τους σταθμούς προκειμένου να προωθήσουν τις εμπορικές επιχειρήσεις τους καθώς και την πολιτική επιρροή τους».
Βέβαια δεν μας λέει και κάτι καινούργιο. Αλλά και ένας κύριος λόγος της αναβάθμισης και της ισχυροποίησης τον τελευταίο καιρό της ενημέρωσης από την ‘μπλοκόσφαιρα’ είναι η προς το παρόν –τουλάχιστον- απουσία των αναφερομένων από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ‘μεγαλοκαρχαριών’. Αλλά και η εσωτερική ‘καθοδήγηση’ που προωθείται από το Υπουργείο Τύπου με τη φωνή της εκάστοτε διακυβέρνησης δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την εναλλακτική ηλεκτρονική ενημέρωση.
Η Ενημέρωση ‘πολύτιμο όργανο’ για την εκάστοτε Κυβέρνηση
Στην έκθεσή του το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, θέτει θέμα, εξ απαλών ονύχων της μονοκρατορίας της ενημέρωσης από την εκάστοτε κυβέρνηση που βρίσκεται στον εξουσιαστικό θώκο. Θεωρείται ένα πολύτιμο όργανο πίεσης της Κοινής Γνώμης από την Κυβέρνηση για την επίτευξη των στόχων και της υπεράσπισης των συμφερόντων της. Γράφει η αμερικάνικη έκθεση για το καθεστώς της ελληνικής ενημέρωσης όπως ήταν πριν μια πενταετία. Στο χρονικό αυτό διάστημα ελάχιστα ή μηδαμινά έχουν αλλάξει:
«Η κρατική ραδιοτηλεόραση, η ΕΡΤ, είναι τυπικά τμήμα του υπουργείου και διαθέτει τρία εθνικής εμβέλειας τηλεοπτικά κανάλια και πέντε εθνικής εμβέλειας ραδιοφωνικά. Ο υπουργός Τύπου χρησιμεύει επίσης ως κυβερνητικός εκπρόσωπος.
»Το υπουργείο διοικεί επίσης το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ) του οποίου το καθημερινό δελτίο αποτελεί βασική πηγή πληροφόρησης για τον ελληνικό Τύπο. Το ίδιο υπουργείο εκδίδει επίσης το δελτίο του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, το οποίο διανέμεται σε όλη την περιοχή των Βαλκανίων. Για διεθνείς ειδήσεις το CNN ασκεί ιδιαίτερη επιρροή στην ελληνική αγορά: τα μεγάλα τηλεοπτικά κανάλια το χρησιμοποιούν συχνά ως πηγή. Λίγες εφημερίδες και σταθμοί έχουν ανταποκριτές στο εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ.
»Το 1988, ένας νέος νόμος δημιούργησε το νομικό πλαίσιο για την ίδρυση ιδιωτικών ραδιοφωνικών σταθμών και, από το 1989, τηλεοπτικών σταθμών. Σύμφωνα με το νόμο, το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο είναι υπεύθυνο για τη χορήγηση αδειών σε ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς. Στην πράξη όμως, η χορήγηση επίσημων αδειών έχει καθυστερήσει επί πολλά χρόνια.
»Το 2001, το Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Αθήνα μπορεί να έχει 35 σταθμούς, μια κίνηση που είχε ως αποτέλεσμα το κλείσιμο "πειρατικών" ραδιοφωνικών σταθμών».
Και θα συμπληρώσουμε τώρα εμείς πως αφού ‘ξεκαθαρίστηκε’ το ζήτημα των ραδιοφωνικών σταθμών, σειρά έχουν τώρα τα ‘ανεξέλεγκτα’ μπλόγκ που η αναγνωσιμότητά τους έχει κατακόρυφη άνοδο. Σε τέτοιο, μάλιστα, μεγάλο βαθμό που ‘κάνουν ζημιά’, όχι τόσο στο ‘μεγάλο κεφάλαιο’ όσο στον έλεγχο της ενημέρωσης.
Τα μπλογκ θα ακολουθήσουν την 'πεπατημένη' των ραδιοφωνικών σταθμών; Το σενάριο είναι γνωστό. Πρώτα αρχίζουμε με μηνύσεις, έρχεται η δικαιοσύνη, κατόπιν το κράτος και η νομοθετική ρύθμιση που φέρνει το κλείσιμο των μπλογκ...
Θα μπορέσουν όμως να σφραγίσουν η να ελέγξουν μια αμερικάνικη επινόηση (blogs), αφού το κύριο παιχνίδι των μπλογκ παίζεται από αμερικάνικες γιγαντοεταιρίες;