Γράφει ο συγγραφέας Γιώργος Εχέδωρος
Αλόννησος
Κάθε καλοκαίρι η Χώρα μας κατακλύζεται από εκατομμύρια ξένους περιηγητές που θέλουν να γνωρίσουν τους Έλληνες και την Ελλάδα.
Είναι αυτοί που ονειρεύονται μια ειδυλλιακή παραλία, ένα κοσμικό ή ερημικό -κατά προτίμηση- νησί που θα τους προσφέρει το όνειρο ενός ολόκληρου χρόνου.
Εκτός από τους τουρίστες αυτούς υπάρχουν και άλλοι που ενώ ζουν τη σύγχρονη Ελλάδα αναζητούν σ’ αυτήν τη μνήμη της ανθρωπότητας, που μέρος της αποτελεί αναμφισβήτητα η μνημειακή Ελλάδα των σπασμένων κιόνων, των ακρωτηριασμένων αγαλμάτων, των ερειπωμένων ανακτόρων.
Ένα καλοκαίρι στην Αλόννησο έτυχε να γνωρίσω έναν καθηγητή της αρχαίας και σύγχρονης ελληνικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ της Βρετανίας. Αν θυμούμαι καλά, τότε το πανεπιστήμιο αυτό διατηρούσε μια έδρα ελληνικών και ήταν στα πρόθυρα της παύσης της από την βρετανική κυβέρνηση.
Ο πενηνταοκτάχρονος Ρίτσαρντ ήταν πολύ στεναχωρημένος γι’ αυτό, αλλά ήλπιζε να διατηρηθεί αυτή η έδρα . Δυστυχώς δεν πληροφορήθηκα την εξέλιξη για το ζήτημα αυτό.
Ο ‘τουρίστας’ αυτός μέσα σε είκοσι οκτώ χρόνια επισκέφθηκε την Ελλάδα εξήντα τέσσερις φορές!
Περιηγήθηκε σε όλη την χώρα μας και επισκέφθηκε όλες τις πόλεις και κωμοπόλεις από τον Έβρο μέχρι την Κρήτη. Έψαχνε κυρίως μνημεία βυζαντινής περιόδου, μονές, εκκλησίες, αναζητούσε σε λόφους και όρη θρύλους και ιστορίες της Ορθοδοξίας.
Ήταν άριστος γνώστης της ελληνικής τόσο που πραγματικά με ωφέλησαν οι συζητήσεις που κάναμε! Εκείνο τον καιρό έγραφε ένα βιβλίο που έφερε τον τίτλο «Μοναστήρια και εξωκλήσια του Αιγαίου Πελάγους». Δυστυχώς δεν έμαθα αν κυκλοφόρησε ποτέ το βιβλίο αυτό.
Ο Ρίτσαρντ, που δεν ενθυμούμαι το επώνυμο του, την τελευταία δεκαετία αφιέρωσε όλο τον ελεύθερο χρόνο του στα νησιά του Αιγαίου. Όχι μόνον επισκέφθηκε όλα τα νησιά αλλά κατέγραψε και όλες τις εκκλησιές, εξωκλήσια και μοναστήρια των νησιών, χαρτογράφησε τα μονοπάτια που οδηγούν σ’ αυτά. Πριν αρκετά χρόνια έφυγε από τον καθολικισμό και ήρθε στην Ορθοδοξία. Βαπτίστηκε ορθόδοξος και γνώριζε απ’ έξω αρκετά πατερικά κείμενα!
Τα μοναδικά του έσοδα ήταν ο μισθός του από το πανεπιστήμιο τον οποίο κυριολεκτικά διέθετε στην Ελλάδα για ένα δωμάτιο παραμονής, λίγο ψωμί και κανένα φρούτο. Λιτοδίαιτος, αδύνατος, σχεδόν κοκαλιάρης, ψηλός και ευγενικός.
Στο διαμέρισμά του στο Μάντσεστερ μου είπε πως είχε μόνο δύο καρέκλες ένα κρεβάτι, ένα ψυγείο και μια παλιά βιβλιοθήκη όπου σε κάθε ράφι της βρισκόταν η Ελλάδα.
Στην Αλόννησο γνωριστήκαμε σε ένα ερημοκλήσι. Με εντυπωσίασε. Ήταν με μια πάνινη τσάντα στον ώμο, όπου μέσα είχε ένα ξεροκόμματο ψωμιού, τριών ημερών τουλάχιστον. Το φαγητό του κυρίως ήτανε τομάτα, πεπόνι, ψωμί και ελιές.
Γνώριζε και την αρχαία βοτανική. Κάθε φυτό με το αρχαίο όνομά του και την αξία του στην υγεία του ανθρώπου. Εκεί έμαθα για τον ασφόδελο, για τα μανιτάρια του διαβόλου, κλπ. Επισκεφθήκαμε όλα τα εξωκλήσια βαδίζοντας από τα ξημερώματα μέχρι το τελευταίο φως της ημέρας.
Ήταν ‘τρελαμένος’ με τη βυζαντινή περίοδο της ελληνικής ιστορίας. Σε κάθε εκκλησάκι άναβε την κανδήλα και έψελνε μεγαλόφωνα κείμενα του Ευαγγελίου.
Από αυτόν έμαθα γιατί στους τάφους τους οι Ορθόδοξοι φυτεύουν κυπαρίσσια και που βρισκότανε η κρύπτη για τους θησαυρούς της εκκλησίας, όπου οι ιερείς έκρυβαν τα πολύτιμα τάματα των πιστών από τους εκάστοτε επιδρομείς.
Ο Ρίτσαρντ ήταν ένας ‘τουρίστας’ που καμία σχέση δεν είχε με το μπάνιο και μαύρισμα του κορμιού σε μια παραλία.
Πέρασε πολύς καιρός για να συνειδητοποιήσω την αγνότητα και αξία του ανθρώπου αυτού...
------------------------