Ιστορική Διαφωνία: Γιατί η Βουλγαρία δεν αναγνωρίζει το ‘μακεδονικό έθνος’
Νοέμβριος 7, 2010.
Το λεγόμενο Μακεδονικό Ζήτημα ήταν στη Βουλγαρία πολύ δημοφιλές την πρώτη δεκαετία μετά την πτώση του καθεστώτος του Τοντόρ Ζίβκωφ. Δεν είχανε γίνει εκλογές, και κάθε πολιτικός που έβλεπε, στη χώρα αυτή, σοβαρά την ανάληψη της εξουσίας, όφειλε να έχει άποψη στο θέμα αυτό. Στην πράξη μεταξύ των πολιτικών, ακόμη και σήμερα, υπάρχει μια σιωπηρή συναίνεση.
Όποιος προσπαθούσε να διατυπώσει μια διαφορετική άποψη από αυτήν, που έλεγε ότι ‘μακεδονικό έθνος και γλώσσα’ δεν υπάρχουν, ήταν καταδικασμένος σε πολιτική αυτοκτονία.
Παρόλα αυτά, μερικές φορές μπορεί κανείς να ακούσει και διαφορετικές απόψεις, που αυτές, κυρίως, παρουσιάζονταν από πολιτικούς με χαμηλότερη δημοτικότητα.
Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει το χειμώνα του 1996-97 όταν επί πρόεδρου της Βουλγαρίας Πέταρ Στογιάνοφ διαμορφώθηκε μια νέα κυβέρνηση με επικεφαλής τον Στέφαν Σοφιάνσκι. Τότε άρχισε να φυσάει ευνοϊκός άνεμος για την πΓΔΜ. Ο υφυπουργός Εξωτερικών, Βαλεντίν Ντόμπρεφ, προς έκπληξη όλων, δήλωσε ότι η νέα κυβέρνηση της Βουλγαρίας είναι έτοιμη να αποδεχθεί τη νέα πραγματικότητα στη γειτονική χώρα – το έθνος και τη γλώσσα.
«Αναγνωρίζοντας την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε , θα αναγνωρίσουμε όλα τα χαρακτηριστικά αυτής της χώρας, υπό την έννοια των κανονισμών που την διέπουν αλλά και του Συντάγματός της, που ορίζει ότι η επίσημη γλώσσα της Βαρντάρσκας (Вардарска Македонија) είναι η μακεντόνσκι (македонски)», είπε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η επίσημη βουλγαρική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι προτίθεται να πραγματοποιήσει ένα λογικό συμβιβασμό και τα επίμαχα θέματα πρέπει να επιλυθούν με πολιτισμένο τρόπο.
«Ας μην δημιουργούμε ερωτήματα σχετικά με το όνομα της Βαρντάρσκας – ίσως κάποιος πει ότι ως ‘Μακεδονία’ ονομάζεται η δυτική Βουλγαρία για παράδειγμα και ότι εκεί δεν ζουν Μακεδόνες αλλά Βούλγαροι της δυτικής Βουλγαρίας», εξήγησε ο Ντόμπρεφ.
Όταν λίγο αργότερα έγινε πρωθυπουργός της Βουλγαρίας ο Ιβάν Κοστόφ, στάλθηκε ένα θετικό μήνυμα στα Σκόπια που οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι η νέα ηγεσία του βουλγαρικού κράτους ήταν έτοιμη να ξεχάσει τα παλιά όνειρα της Βουλγαρίας, ό, τι η Μακεδονία (της Βαρντάρσκας) ήταν αρχαία βουλγαρική επαρχία.
Ο βούλγαρος ιστορικός Μπόμπι Μπόμπεβ, ο οποία ήταν κυβερνητικός, είχε δηλώσει: «Αργά ή γρήγορα πρέπει να αναγνωρίσουμε το έθνος αυτό ως ‘μακεδονικό’. Αφού οι άνθρωποι αισθάνονται ότι είναι ‘Μακεδόνες’ θα ήταν εξαιρετικά επιζήμια να τους πείσουμε ότι δεν είναι. Αυτό ως σχέδιο εξωτερικής πολιτικής, θα μας είναι πολύ χρήσιμο εργαλείο. Η υπόσταση του, ως μακεδονικού έθνους σημαίνει ότι συν τω χρόνω θα απαρνηθεί τη δική μας ιστορία».
Παράλληλα τόνισε ότι η Βουλγαρία θα πρέπει να σταματήσει να κοιτάζει το ιστορικό παρελθόν της και να παραδεχθεί την πραγματικότητα των Βαλκανίων, άσχετα αν είναι μια αρρωστημένη κατάσταση.
«Είναι μια αρρωστημένη κατάσταση. Από τις γνώσεις που έχω ως ιστορικός αντιλαμβάνομαι ότι είναι πολύ οδυνηρή για τη βουλγαρική εθνική συνείδηση. Αλλά τελικά δεν μπορούμε να έρθουμε σε αντιπαράθεση μαζί τους. Θυμάμαι την «Γαλάζια φαντασίωση ενός έθνους» που είχε γράψει η συγγραφέας Άννα Καμένοβα από την Οχρίδα. Αν συνεχίσουμε να επεμβαίνουμε στις εργασίες των αδελφών μας στην Βαρντάρσκα( στο κείμενο: во Вардарска Македонија), ενέχει ο κίνδυνος κάποιου λάθους. Για το τι είναι οι άνθρωποι, ποιος είναι ο πληθυσμός στη χώρα αυτή, μπορεί να το δηλώσει μόνον ο πληθυσμός της. Σύμφωνα με αυτόν η ύπαρξη ενός έθνους εξαρτάται από τη γνώση των ανθρώπων, από τη γενική γλώσσα τους και τον πολιτισμό τους».
Ταυτόχρονα υπογράμμισε ότι ο βουλγαρικός λαός έχει ανάγκη από σοβαρές επεξηγηματικές ιστορικές εργασίες.
« Ζούμε συνεχώς με τη σκέψη της επέκτασης της Βουλγαρίας, της Βουλγαρίας των τριών θαλασσών. Είμαστε επηρεασμένοι συνέχεια από τις κοινωνικοπολιτικές ιδέες που υπήρχαν στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα. Αυτό είναι παράλογο», τόνισε ο Μπόμπεφ.
Ωστόσο, οι δηλώσεις του Βαλεντίν Ντόμπρεφ και του Μπόμπι Μπόμπεφ προκάλεσαν χιονοστιβάδα αντιδράσεων. Από το VMRO ο Κρασιμίρ Καρακατσάνοφ τους κατηγόρησε για προδοσία. Ο Ντόμπρεφ λίγες ημέρες αργότερα αναγκάστηκε να απαρνηθεί τον εαυτό του. Αρνήθηκε ότι είπε ότι η Βουλγαρία πρέπει να αναγνωρίσει τη γλώσσα και το έθνος. Και ο ιστορικός Μπόμπεφ στριμωγμένος υποστήριξε ότι η ΄ Βαρντάρσκα Μακεδονία’ είναι δημιούργημα της Κομιντέρν.
«Είναι ένα κράτος που δημιουργήθηκε με ένα διάταγμα και το οποίο έχει μια τεχνητή γλώσσα, αυτό είναι δυστυχώς ένα γεγονός», είπε σε μια συζήτηση εκφράζοντας την ελπίδα ότι οι πολίτες της Βαρντάρσκας θα αντιμετωπίσουν το παρελθόν μαζί με τους Βουλγάρους αφού προέρχονται από κοινή ρίζα».
«Και τότε θα αποδειχθεί ότι τα κάρβουνα αργο-καίγονται κάτω από τη στάχτες» κατέληξε ο Μπόμπεφ, υπονοώντας τη βουλγαρική καταγωγή των ‘μακεδόνων’ της Βαρντάρσκας.
Ο Ντόμπρεφ και ο Μπόμπεφ αργότερα διορίστηκαν ως πρεσβευτές και η Βουλγαρία παρέμεινε στις παλιές της θέσεις. Ωστόσο είναι αξιοσημείωτη μια επίσημη δήλωση της κυβέρνησης Κοστόφ, μετά τις κατηγορίες του σκοπιανού προέδρου Γκεόργκι Ιβάνοφ, όπου γίνεται αποδεκτή η θέση για ύπαρξη μακεδονικού έθνους και μακεδονικής μειονότητας στη Βουλγαρία.
«Εάν κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών έχει υπάρξει κάποια διαδικασία σχηματισμού εθνότητας, αυτή περιορίζεται στην επικράτεια της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (πΓΔΜ) και ο βουλγαρικός πληθυσμός, που είναι μέρος των πολιτών της, δεν συμμετέχει σε αυτήν. Δεν υπάρχει πληθυσμός στη Βουλγαρία που να ανήκει στο μακεδονικό έθνος αφού ένα τέτοιο έθνος δεν υπήρξε ποτέ στο παρελθόν. Δεν υπήρξαν εδαφικές διαφοροποιήσεις στη γεωγραφική περιοχή της πΓΔΜ κατά την έναρξη αυτής της διαδικασίας. Από την άποψη αυτή γίνεται κατανοητό ότι η βουλγαρική κοινή γνώμη, οι θεσμοί και τα πολιτικά κόμματα της χώρας θεωρούν εξαιρετικά δύσκολο να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός ορισμένων για ‘μακεδονική’ μειονότητα στη Βουλγαρία», δήλωσε τότε το βουλγαρικό υπουργείο Εξωτερικών.
Διαφορετική γνώμη ωστόσο για το μακεδονικό έθνος είχε ο πρώην πρόεδρος της Βουλγαρίας , Ζέλιου Ζέλεφ, που πιθανόν να ήταν αυτή που του κόστισε τη δεύτερη θητεία.
Στο βιβλίο „Во големата политика“, («Στη μείζονα πολιτική»), γράφει σχετικά με την επίσκεψή του στα Σκόπια, όταν μεταφράστηκε το βιβλίο του, «Φασισμός», στα σκοπιανά.
«Ήμουν ο πρώτος που ζήτησα να αναγνωριστεί ο λαός της πΓΔΜ ως ‘μακεδονικό έθνος’. Ήμασταν πρώτοι αυτοί που αναγνώρισαν την πΓΔΜ ως ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουμε εδαφικές διεκδικήσεις σε βάρος της χώρας σας. Όσον αφορά την αναγνώριση ύπαρξης ενός έθνους ‘μακεδονικού’, δεν είναι δικό μας πρόβλημα. Είναι το δικαίωμα του λαού στην αυτοδιάθεση. Και πιο συγκεκριμένα: είναι το ιερό δικαίωμα των πολιτών της χώρας σας, της κυβέρνησης, των επίσημων αρχών του κράτους. Έτσι γίνεται παντού, στις δημοκρατικές χώρες. Γι’ αυτό δεν είμαστε εμείς που θα σας πούμε για την εθνική καταγωγή σας. Είναι αυτή που πιστεύετε. Ως δημοκράτες οφείλουμε να συμπεριφερόμαστε με σεβασμό στις αποφάσεις της χώρας σας, για εθνική αυτοδιάθεση και να σεβόμαστε την εθνική αξιοπρέπεια των πολιτών της».
Ωστόσο ο Ζέλιου Ζέλεφ στη διατριβή του τα λέει εντελώς διαφορετικά.
Ισχυρίζεται ότι οι «Μακεδόνες» της Βαρντάρσκας έχουν βουλγαρικές ρίζες και είναι διαφορετική η έννοια της ιθαγένειας από τις εθνικές ρίζες του πληθυσμού.
«Το έθνος γίνεται, η εθνοτική όμως προέλευση είναι δεδομένη, που κληρονομείται σε κάθε άτομο ξεχωριστά και σε διαφορετικές γενιές. Η εθνική προέλευση δίνεται σε κάθε άτομο όπως δίνεται το φύλο, είναι οι ιστορικές του καταβολές. Ένα άτομο μπορεί να έχει καταβολές βουλγαρικές από τους προγόνους του, χωρίς το ίδιο να έχει εθνικές ρίζες από τη Βουλγαρία, δεν είναι απαραίτητο να αισθάνεται Βούλγαρος, να αποτελεί μέρος δηλαδή του σύγχρονου βουλγαρικού έθνους», σημειώνει ο Ζέλεφ στη διατριβή του.
Επισημαίνεται ότι ο Ζέλεφ στις δηλώσεις του αυτές δεν έκανε κάποιο νέο βήμα.
Στη διάρκεια, τότε, της επίσκεψης του προέδρου, Κίρο Γκλικόροφ, στη Βουλγαρία, συμφώνησαν για νέες δραστηριότητες στη συνεργασία των δύο χωρών, χωρίς ωστόσο όμως να αναγνωρίσει, ο Ζέλεφ, τη σλαβομακεδονική γλώσσα.
Ἂρθρα & Σκέψεις- Γιῶργος Ἐχέδωρος