Showing posts with label Αλέξανδρος. Show all posts
Showing posts with label Αλέξανδρος. Show all posts

Η Εκκλησία των Σκοπίων Αγιοποίησε τον Μέγα Αλέξανδρο!


Ο  Άγιος Αλεκσαντάρ Μακεντόνσκι

Αύγουστος 22, 2011.

Η μη αναγνωρισμένη «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία» με επικεφαλής τον αυτοαποκαλούμενο Αρχιεπίσκοπο Οχρίδας, Στέφαν, έδωσε την άδεια να γίνει ζωγραφική σε εκκλησία των Σκοπίων ο Μέγας Αλέξανδρος ως  «Χριστιανός Άγιος».

Στο εικόνισμα εμπεριέχεται και το ‘ειδωλολατρικό σύμβολο’ η ήλιος της Βεργίνας, το οποίο ήταν σύμβολο του βασιλιά Φίλιππου της αρχαίας Μακεδονίας.

Σκόπια: Εορτάζουν την ανεξαρτησία τους με το έργο «Αλέξανδρος»…

…στο εθνικό θέατρο του Βελιγραδίου



Σεπτέμβριος 5, 2010.



Το ‘Δραματικό Θέατρο των Σκοπίων’ θα φιλοξενηθεί στο Εθνικό Θέατρο του Βελιγραδίου στις 8 Σεπτεμβρίου, όπου θα παίξει την παράσταση «Αλέξανδρος», για τον εορτασμός της «Ημέρας της Ανεξαρτησίας της Μακεδονίας».

Συγγραφέας και σκηνοθέτης του έργου είναι η τωρινή πρεσβευτής των Σκοπίων στο Βελιγράδι Λιούμπισα Γκεοργκιέφσκι.

Σκοπιανή Εφημερίδα: Ο Μέγας Αλέξανδρος δηλητηριάστηκε από πελοποννησιακό ύδωρ…

Αύγουστος 6, 2010

Η εμμονή των Σκοπιανών για το Μέγα Αλέξανδρο είναι γνωστότατη. Σήμερα προβάλλουν  ότι ο Αλέξανδρος ο Μακεδών δηλητηριάστηκε από μολυσμένο νερό που του έφεραν από την Πελοπόννησο!...

Ο Μέγας Αλέξανδρος παρέα με Βουλγάρους στα Σκόπια...


Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος

Σύμφωνα με σημερινό δημοσίευμα της σκοπιανής εφημερίδας ‘Veyer’ το συνταγματικό δικαστήριο της χώρας απέρριψε την έφεση της Mirjana Najcevska που είχε αρνητική θέση με άλλους πολίτες των Σκοπίων κατά της τοποθέτησης του αγάλματος του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην κεντρική πλατεία της πόλης.
«Δεν υπάρχουν εμπόδια για τη δημιουργία των μνημείων του Αλεξάνδρου, του Γκότσε Ντέλτσεφ, και του Νταμ. Το Συνταγματικό Δικαστήριο στη χθεσινή συνεδρίασή του απέρριψε την έφεση της Mirjana Najchevska και άλλων δύο πολιτών που πιστεύουν πως η ανέγερση του μνημείου είναι αντισυνταγματική».
Σύμφωνα με το ψήφισμα του δημοτικού συμβουλίου το άγαλμα του Αλεξάνδρου θα στηθεί στην κεντρική πλατεία, θα έχει ύψος 22 μέτρα και θα περιστοιχίζεται από μια φάλαγγα μακεδόνων στρατιωτών γύρω από ένα σιντριβάνι. Στον περίγυρο θα στηθούν χάλκινα λιοντάρια. Στην πέτρινη γέφυρα θα στηθούν σε ύψος πέντε μέτρων τα αγάλματα του Γκότσε Ντέλτσερ (οι Βούλγαροι τον έχουν εθνικό ήρωα) και του κομιτατζή Dam Gruev (Βούλγαρος από το Σμίλεβο, ιδρυτικό μέλος του Bulgarian Macedonian-Adrianople Revolutionary Committees –Βουλγαρομακεδονικού κομιτάτου). Θα στηθεί επίσης και το άγαλμα του Σαμουήλ (Βούλγαρου βασιλιά).
Τα μνημεία θα κατασκευάσει γνωστή εταιρεία της Φλωρεντίας (Ιταλία) και θα στοιχίσουν δέκα εκατομμύρια ευρώ. Ενώ το κόστος των τεσσάρων λιονταριών στη γέφυρα του Γκότσε Ντέλτσεφ είναι περίπου 4,5 εκατ. ευρώ.
Στην τοποθέτηση των μνημείων αυτών αντιτίθεται η αντιπολίτευση που ομιλεί για «μεθοδευμένη τακτική αρχαιοποίησης της χώρας».
Στο δημοσίευμα σημειώνεται πως και η Ελλάδα αντιτίθεται στην πρόκληση αυτή. Σημειώνεται, μάλιστα, επί λέξει:
«H Αθήνα πιστεύει ότι είναι αντιπαραγωγική η στάση αυτή και δεν συμβάλλει στην επίλυση της διαφοράς με το όνομα»

Ο Γόρδιος Δεσμός του Μακεδονισμού και οι ιστορικές μας ευθύνες

Επιμέλεια: Γιώργος Εχέδωρος

Διαβάζω ένα παλιό αφιέρωμα εφημερίδας και αναρωτιέμαι: Αυτός ο λαός, οι Σλαβομακεδόνες, μόνος του αποφάσισε να πετάξει τους πραγματικούς προγόνους του στα χαντάκια του παρελθόντος και να ανασύρει τους νέους προγόνους του από την αρχαία Μακεδονία;
Ο θρύλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου υπάρχει σε όλους τους λαούς της ανατολής. Σε τέτοια ένταση μόνο στην Ευρώπη παρουσιάστηκε πρώτα το δέκατο ένατο αιώνα στους Βουλγάρους και τώρα στο συνονθύλευμα των σλάβικων φυλών της Μακεδονίας.
Παραθέτουμε το κείμενο, και αν δεν σας φανεί κουραστικό, διαβάστε το, θα αντιληφθείτε πως εμείς, οι Έλληνες, τους σπρώξαμε στο Μακεδονισμό που γιγαντώθηκε και έγινε γόρδιος δεσμός των ημερών μας.
Και αν υπάρξουν κάποιες ενστάσεις για το κείμενο, ας μην ξεχνάμε πως όταν γράφηκε δεν υπήρχαν τα σημερινά δεδομένα...


Μεγαλέξανδροι όλων των χωρών

Δεν είναι μόνο η γοργόνα, η αδελφή του Μεγαλέξανδρου, που ανησυχεί για την τύχη του στρατηλάτη. Το ίδιο ενδιαφέρον επιδεικνύουν, από το θάνατό του μέχρι και σήμερα, κράτη, εθνότητες και λαοί με διαφορετικές καταβολές και ανταγωνιστικές σχέσεις. Ποιος ευθύνεται για το μπέρδεμα που κινδυνεύει να καταντήσει νέος "γόρδιος δεσμός";

Ενας μύθος με κέρατα

Μισή δεκαετία έχει πια κυλήσει από τις μέρες που η συλλογική αγωνία για την απώλεια του Μεγαλέξανδρου σήμανε το ουσιαστικό τέλος της Μεταπολίτευσης στη χώρα μας, κι όμως η μορφή του μακεδόνα βασιλιά δε λέει να βγει από τις σελίδες της (πολιτιστικής, έστω) επικαιρότητας για να επιστρέψει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Τη μια αναλαμβάνει να μας τον θυμίσει ο Ολιβερ Στόουν, που συζητάει με το υπουργείο Πολιτισμού την ιδέα μιας κινηματογραφικής βιογραφίας του εθνικού μας ειδώλου· την άλλη, έχουμε τον καλλιτεχνικό καυγά για κάποιο από τα αγάλματά του · άλλοτε πάλι την παράσταση κλέβει κάποιο από τα επεισόδια του συνεχιζόμενου σίριαλ "ο τάφος στην όαση Σίβα". Σε περίπτωση ειδησεογραφικής ανομβρίας, τέλος, υπάρχουν πάντα διαθέσιμα τα ρεπορτάζ από τους Καλάς και τις λοιπές φυλές του Ινδοκούχ που πλασάρονται ως οι αυθεντικοί απόγονοι του Ισκαντέρ. Ευτυχώς οι τόνοι έχουν πέσει - σε σχέση τουλάχιστον με την εθνικιστική ψύχωση του 1992-3, όταν ένας 18χρονος μαθητής καταδικαζόταν σε ένα χρόνο φυλακή για τη διανομή προκήρυξης που χαρακτήριζε το διάσημο στρατηλάτη "εγκληματία πολέμου". Μπορεί έτσι κανείς ν' αναφερθεί στη διεθνή εικόνα του Αλεξάνδρου χωρίς να θεωρηθεί εξ ορισμού ύποπτος ή, έστω, "εθνικός μειοδότης"...
Οταν το 1935 ο Αλέξανδρος Αλεξάνδρου Πάλλης παρατηρούσε με ενθουσιασμό πως ο μακεδόνας κοσμοκράτορας λατρευόταν σαν εθνικός ήρωας από τους λαούς του ρωσικού Τουρκεστάν (των σημερινών δηλαδή ανεξάρτητων χωρών της Κεντρικής Ασίας) και της Μογγολίας, φρόντιζε να επισημάνει παράλληλα ότι αυτό δεν ήταν παρά ένα μονάχα μέρος των δοξασιών που είχαν ως αντικείμενο το πρόσωπό του:
"παντού απ' όπου είχε περάσει ο Αλέξανδρος και πιο πέρα ακόμη, η μνήμη του διατηρήθηκε ζωντανή μέσ' από τους αιώνες, περισσότερο από κάθε άλλου μεγάλου άντρα της Αρχαιότητας".
Ο συγγραφέας θα θεωρήσει την έκταση της υστεροφημίας αυτής φυσική για την "καταπληκτική σταδιοδρομία του Μεγάλου Μακεδόνα, που κατόρθωσε, σε έντεκα χρόνια μέσα, να καταχτήσει ολόκληρο σχεδόν το γνωστό Αρχαίο Κόσμο".
Επιχειρεί μάλιστα και ορισμένες διαχρονικές συγκρίσεις, που σήμερα μάλλον θα σοκάριζαν τους πιο ένθερμους από τους λάτρεις του εθνικού μας συμβόλου: "Από όλους τους μεγάλους καταχτητές της Ασίας που ήλθαν ύστερα απ' αυτόν, μονάχα ο Μογγόλος Τζεγκίζ Χαν και ο Τάταρος Τιμούρ (Ταμερλάνος) - και αυτωνών η ιστορία είναι πολύ πιο πρόσφατη - μπορούνε να συγκριθούνε με τον Αλέξαντρο από άποψη υστεροφημίας" (ιστορική εισαγωγή στη "Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου, επανεκδ.1990, σ.19-20).
Μια λιγότερο εξιδανικευμένη προσέγγιση των πραγμάτων θα εστίαζε ίσως την προσοχή της περισσότερο στους μηχανισμούς που οργάνωσαν τη συλλογική μνήμη σε τέτοια έκταση και διάρκεια. Το κάνει στο πρόσφατο βιβλίο του ο γνωστός αιρετικός ιστορικός Κυριάκος Σιμόπουλος: ο Αλέξανδρος, μας θυμίζει, ήταν ένας από τους πρώτους ηγεμόνες της αρχαιότητας που επέβαλαν τη θρησκευτική λατρεία του προσώπου τους στους υπηκόους τους. Η θεοποίησή του, σύμφωνα με τη φαραωνική παράδοση της Αιγύπτου, ως γιου του Αμμωνα Ρα, μπορεί να συνάντησε την έντονη αντίδραση των συμπολεμιστών του (αντίδραση που, ειρήσθω εν παρόδω, πνίγηκε στο αίμα), αποτέλεσε όμως βάση και μοντέλο για τους απόλυτους μονάρχες που τον διαδέχθηκαν. Η λατρεία του συνεχίστηκε από τους αλληλοσπαρασσόμενους διαδόχους του, που αναζητούσαν σ' αυτόν μια πηγή ιδεολογικής νομιμοποίησης της δικής τους εξουσίας, κι από τους Ρωμαίους αυτοκράτορες, που είδαν στο θρύλο του το ιδεώδες πρότυπο για τους εαυτούς τους. Οι επιδράσεις αυτής της οργανωμένης λατρείας -και πολύ λιγότερο η ανάμνηση των πραγματικών ιστορικών περιστατικών- σημαδεύουν άλλωστε τα έργα εκείνα της λαϊκής και λόγιας παράδοσης με βάση και χάρη στα οποία θα διατηρηθεί η εικόνα του Αλέξανδρου στη συλλογική μνήμη των λαών τους επόμενους αιώνες (χοντρικά, μέχρι την εποχή μας και την οργάνωση της μαζικής εκπαίδευσης από τα εθνικά κράτη).
Πρόκειται για διάφορες εκδοχές του λαϊκού αναγνώσματος που, με σημείο εκκίνησης την Αίγυπτο του 2ου ή 3ου αιώνα μ.Χ., κυκλοφόρησε σε 80 παραλλαγές σε 24 γλώσσες (από τα προβηγκιανά και τα ισλανδικά μέχρι τα αρμενικά, τα αιθιοπικά ή τα ινδονησιακά) και στη χώρα μας έγινε γνωστό σαν "η Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου".
Καθόλου συμπτωματικά, στο παραμύθι αυτό ο μακεδόνας στρατηλάτης εμφανίζεται γόνος όχι του Φιλίππου αλλά του τελευταίου βασιλιά της Αιγύπτου, Νακτεναβώ, που παρασέρνει την Ολυμπιάδα μεταμορφωμένος σε Αμμωνα Ρα!
Από την αναπαράσταση του Αλέξανδρου με κέρατα -όπως απεικονιζόταν και ο "πατέρας του", Αμμων Δίας- θα του βγει και το όνομα "Δικέρατος" (Δουλ- Καρνέϊν) με το οποίο εμφανίζεται στο Κοράνι και τη λοιπή παράδοση των μουσουλμανικών λαών.
Από κει και πέρα, όπως σημειώνουν οι ερευνητές, κάθε λαός και πολιτισμικό ρεύμα έπλασε και το δικό του Μεγαλέξανδρο, κατ' εικόναν αυτού και ομοίωσιν: οι μουσουλμάνοι χρονογράφοι τον θέλουν να πολεμά τους απίστους στο όνομα του Ισλάμ και τον στέλνουν για προσκύνημα στη Μέκκα, οι βυζαντινοί κι αιθίοπες χριστιανοί τον βάζουν να χτίζει εκκλησίες και μοναστήρια πριν αναληφθεί στους ουρανούς σαν καλός προφήτης, κάποιοι εβραίοι τον παρουσιάζουν να περιμένει κι αυτός την έλευση του Μεσσία για να του κληροδοτήσει την επίγεια βασιλεία, για τους Φράγκους τέλος δεν είναι παρά ένας ιππότης του κύκλου του Καρλομάγνου...
Αυτό που παρέμεινε σταθερό, πάντως, ήταν η νομιμοποιητική λειτουργία που επιτελούσαν οι σχετικοί θρύλοι σε σχέση με τις υφιστάμενες κοινωνικές και πολιτικές δομές. "Ακόμα και σήμερα", αναφέρει ο Πάλλης, "οι φύλαρχοι των ορεινών περιφερειών του Αφγανιστάν και των βορειοδυτικών Ινδιών το έχουνε καύχημα πως κατάγονται από τον Αλέξαντρο - τον Ισκάνταρ Δουλ-Καρνέϊν. Την παράδοση αυτή την αναφέρει ο περίφημος Βενετός περιηγητής Μάρκο Πόλο, που ταξίδεψε στην Κεντρική Ασία το 13ο αιώνα, σχετικά με τους εμίρηδες του Μπαντακσάν, στο βόρειο Αφγανιστάν.
Ο Sir Henri Yule το ίδιο λέει για τους φυλάρχους πολλών περιφερειών στα βορειοδυτικά σύνορα των Ινδιών, όπως του Καρατεγκίν, Νταρουάζ, Ροσάν, Σιγνάν, Ουαχάν, Τσιτράλ, Γκιλγκίτ, Σουάτ και Χαλοπόρ".
Πάνω από μισός αιώνας έχει περάσει από τότε που γράφτηκαν αυτά τα λόγια και νέες δυνάμεις έχουν προστεθεί σε όσα καθορίζουν τη ζωή των "απογόνων του Ισκαντέρ" - από τον τουρισμό μέχρι την έκρηξη των ΜΜΕ.
Oι πατροπαράδοτες δοξασίες λειτουργούν έτσι σ' ένα εκσυγχρονισμένο σκηνικό.
Σε πρόσφατο ( 29/12/96) αφιέρωμα της "Καθημερινής", λ.χ., είδαμε να επιστρατεύονται ως πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία για τη μακεδονική καταγωγή των Χούνζα, των Πατάν και των Καλάς ... τα σχετικά διαφημιστικά φυλλάδια του πακιστανικού οργανισμού τουρισμού!
Ανάλογες ήταν και οι διαπιστώσεις της ταξιδιώτισσας Κάτιας Αντωνοπούλου στα χωριά των Καλάς, που τις ίδιες μέρες δεχόντουσαν την επίσκεψη κι ενός γιαπωνέζικου τηλεοπτικού συνεργείου: "Τους κάθισαν στη σειρά σ' έναν πάγκο και τους είπαν ότι θα τους ρωτήσουν έναν έναν τ' όνομά τους κι αυτοί πρέπει να πουν πως λέγονται Σίκαντερ τάδε. Οι γυναίκες αλλαφιάζονται λίγο αλλά ο πατριάρχης της οικογένειας Μπούμπουρ Χαν τις καθησυχάζει. Το μπάχαλο τους κόστισε τρία διαφορετικά γυρίσματα. (...)
Ο Σαρζάντα όταν του είπα αυτά που έγιναν σήμερα στο σπίτι του Μπούμπουρ Χαν, έβαλε τα γέλια και είπε ότι πολλοί τους δίνουν λεφτά για να πούν τα ίδια" ("Η κυρία Ουίλσον ταξιδεύει", σ.230-2).

Οι πλαστές προφητείες που επαληθεύονται

Μολονότι στη διάρκεια της πρόσφατης μακεδονικής κρίσης εκατομμύρια Ελληνες έδειξαν να εξοργίζονται για το "σφετερισμό της ιστορικής μας κληρονομιάς από τους πλαστογράφους των Σκοπίων", σχεδόν κανείς δεν μπήκε στον κόπο ν' αναζητήσει το πώς, πότε, γιατί και από ποιον πρωτάκουσαν οι σλαβόφωνοι Μακεδόνες πως είναι απόγονοι του Μεγαλέξανδρου. Κι όμως.
Μια τέτοια αναδρομή είναι αρκετά διαφωτιστική, καθώς αποδεικνύει πως η πετυχημένη εθνική επιχειρηματολογία μιας συγκεκριμένης περιόδου μπορεί να μετατραπεί σε μπούμερανγκ την αμέσως επόμενη φάση. Η γοητεία της ιστορικής εξέλιξης συνίσταται, άλλωστε, στο ότι δεν υπακούει σε κανέναν επιμέρους σχεδιασμό...
Η ιστορία μας ξεκινά στα τέλη του περασμένου αιώνα, όταν ο σλαβόφωνος πληθυσμός της μείζονος Μακεδονίας αποτελούσε αντικείμενο διεκδίκησης όλων των βαλκανικών κέντρων που φιλοδοξούσαν να απελευθερώσουν τους αλύτρωτους αδελφούς τους μεγαλώνοντας ταυτόχρονα την εδαφική τους επικράτεια.
Για την ελληνική πλευρά, που δε διέθετε (όπως οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι) το επιχείρημα της γλωσσικής συγγένειας, οι ιστορικές αναφορές θα αποτελέσουν βασικό μέρος του προπαγανδιστικού της οπλοστασίου για τον προσεταιρισμό του επίμαχου πληθυσμού.
Μέχρι τότε, η παραδοσιακή ταυτότητα και κοσμοαντίληψη των Σλαβομακεδόνων στερούνταν οποιασδήποτε αναφοράς στην κλασική αρχαιότητα. Τυπικό δείγμα αποτελεί η συλλογή παραμυθιών που συγκέντρωσε το 1916-18 στα χωριά της Φλώρινας ο γνωστός γάλλος σλαβολόγος Αντρέ Μαζόν: το όνομα "Αλέξανδρος" αναφέρεται μία και μοναδική φορά, σε μια ιστορία που αποτελεί ανάμιξη του γνωστού μύθου για το "αθάνατο νερό" με τις τοπικές αφηγήσεις για το χριστιανό ηγεμόνα της πρώιμης οθωμανικής περιόδου, Μάρκο Κράλε (Andre Mazon "Contes Slaves de la Macedoine Sud-Occidentale", Παρίσι 1923, σ.96-7).
Η εθνική εξόρμηση μετά το 1870 θα αναλάβει να καλύψει αυτό το κενό ιστορικής συνέχειας στη λαϊκή συνείδηση, εξηγώντας αναλυτικά στους νεαρούς τρόφιμους των ελληνικών σχολείων της Μακεδονίας, ανεξαρτήτως μητρικής γλώσσας, ότι πρέπει να είναι περήφανοι για τους αρχαίους προγόνους τους - με πρώτους και καλύτερους τους βασιλιάδες Φίλιππο και Αλέξανδρο.
Η μορφή του τελευταίου θα επιστρατευτεί επανειλημμένα , προκειμένου να πειστούν οι σλαβόφωνοι χριστιανοί της Μακεδονίας να προτιμήσουν την Ελλάδα από τους άλλους επίδοξους βαλκάνιους απελευθερωτές τους. "Αυτός ο Μέγας Αλέξανδρος, παιδιά μου, αυτός ο βασιλεύς των πατέρων σας", εξηγεί στους σλαβόφωνους χωρικούς του χωριού Σλήμνιστα ο μακεδονομάχος Παπά- Δράκος, "έγινεν όργανον του Θεού, διότι εις όλον τον κόσμον που εκυρίευσε διέδωκε την ωραίαν ελληνικήν γλώσσαν μας" (Σταματίου Ράπτη "Iστορία του Μακεδονικού Αγώνος", Αθήνα 1911, σ. 168).
Παρόμοια επιχειρηματολογία συναντάμε και σε έντυπη διακήρυξη του Ελληνομακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας το 1905, γραμμένη στα σλαβομακεδονικά με ελληνικούς χαρακτήρες και διακοσμημένη στο εξώφυλλό της με νόμισμα του διάσημου στρατηλάτη. Το αποκορύφωμα της προπαγανδιστικής επιστράτευσης του "Γκόλεμ Αλεξάντρ" θα έρθει ωστόσο δυό χρόνια αργότερα, από τους μακεδονομάχους της Οργανώσεως Θεσσαλονίκης.
"Θυμάμαι ότι είχα γράψει κάτι `Προφητείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου' με εξηγήσεις του 'ιερομόναχου Αθανασίου', οι οποίες εβοηθούσαν κάθε έξυπνον άνθρωπο να καταλάβη ότι η Μακεδονία δεν ήταν δυνατόν να ελευθερωθή παρά από την Ελλάδα", διαβάζουμε στα Απομνημονεύματα του επικεφαλής της, Αθανασίου Σουλιώτη-Νικολαϊδη ("Ο Μακεδονικός Αγών", Θεσ/νίκη 1994, σ.44). "Μεταφρασμένες στα μακεδονοσλαυϊκά, τις 'Προφητείες του Μ. Αλεξάνδρου' τις εμοιράζαμε αραιά και μυστικά στους χωρικούς. Σταχωμένη με πετσί μια από τις 'Προφητείες του Μ. Αλεξάνδρου' μου την έφερε κατά το 1911 στην Πόλη ένας παπάς των Δέρκων, σαν κάτι σπάνιο και μυστηριώδες". Το τέχνασμα είχε πετύχει.Περισσότερο σοβαροφανής και απευθυνόμενη εξίσου στη μακεδονική ενδοχώρα και στα αθηναϊκά "μετώπισθεν", ήταν η προσπάθεια που κατέβαλαν οι αρχιτέκτονες της εθνικής προσπάθειας για να τεκμηριώσουν "γλωσσολογικά" και "ανθρωπολογικά" την καταγωγή των Σλαβομακεδόνων από τους υπηκόους του Μ. Αλεξάνδρου: φωτογραφικές πλάκες με πορτρέτα των σλαβόφωνων μαθητών επιστρατεύονται το 1904 από τον απεσταλμένο του ΥπΕΞ, Γεώργιο Τσορμπατζόγλου, ως αποδεικτικά στοιχεία αυτής της "ιστορικής συνέχειας", ενώ διατυπώνεται δημόσια η θεωρία ότι οι σλαβικές διάλεκτοι της περιοχής "είναι η παλαιά μακεδονική γλώσσα".
Αποψη που για πρώτη φορά συναντάμε στις υπηρεσιακές εκθέσεις του ίδιου διπλωμάτη και η οποία τα επόμενα χρόνια αναπτύσσεται σε βιβλία από δύο στελέχη επίσης του ελληνικού μηχανισμού - τον επιθεωρητή των ελληνικών σχολείων Γ. Μπουκουβάλα ("Η γλώσσα των εν Μακεδονία βουλγαροφώνων", Κάιρο 1905) και τον πρώην γυμνασιάρχη Μοναστηρίου Κ. Τσιούλκα ("Συμβολαί εις την διγλωσσίαν των Μακεδόνων", Αθήνα 1907).
Οσο κι αν σήμερα αυτές οι (επιστημονικά απαράδεκτες) κατασκευές προκαλούν ειρωνικά σχόλια, στα μάτια των δημιουργών τους φάνταζαν όχι μόνο σαν το τέλειο προπαγανδιστικό όπλο αλλά και σαν αποκάλυψη μιας απόκρυφης αλήθειας: "Φοβάμαι", γράφει ο Τσορμπατζόγλου στους προϊσταμένους του το Μάρτιο του 1904, "μη αποδειχθή ημέραν τινά ότι ο Μέγας Αλέξανδρος εγειρόμενος εκ του τάφου θα εννόει ευκολώτερον την δήθεν βουλγαρικήν ταύτην διάλεκτον ή όσον θα εννόει τα δήθεν ελληνικώτερα ιδιώματα του Κυπρίου ή και του Πελοππονησίου αγρότου".
Πού να 'ξερέ τη συνέχεια της υπόθεσης...

Οι "Αχριάνες" της επιτηρούμενης ζώνης

Φαίνεται πως ο Μεγαλέξανδρος εξακολουθεί να ασκεί απέραντη γοητεία στους ιθύνοντες για τη χάραξη της εθνικής γραμμής απέναντι στις μειονοτικές ομάδες του ελλαδικού χώρου. Δεν εξηγείται αλλιώς η τρέχουσα προσπάθεια αναγωγής της καταγωγής των σλαβόφωνων μουσουλμάνων της Θράκης, των Πομάκων, στα αρχαία θρακικά φύλα των Αχριάνων που συνόδευαν το μακεδόνα στρατηλάτη στις ασιατικές εκστρατείες του.Απασχολημένη κατά κύριο λόγο με την απόκρουση των ισχυρισμών του εκάστοτε "πιo επικίνδυνου" γειτονικού εθνικισμού, η κυρίαρχη άποψη στη χώρα μας για τον εθνοτικό χαρακτήρα των Πομάκων μόνο για συνέπεια δεν μπορεί να κατηγορηθεί.
Μια αναδρομή στη σχετική βιβλιογραφία είναι αποκαλυπτική.
Αν το 1912 θεωρούνται "σλαύοι εξισλαμισθέντες, τουρκικήν έχοντες συνείδησιν" (Αλμάζ "Αι ιστορικαί περιπέτειαι της Μακεδονίας", σ.199), μετά την ενσωμάτωση της Δ.Θράκης στο ελληνικό κράτος αυτό που προέχει είναι η αμφισβήτηση οποιασδήποτε συγγένειάς τους με τους Βούλγαρους: το 1919 ο Στίλπων Κυριακίδης θεωρεί ανοιχτό το ζήτημα αν είναι εξισλαμισμένοι Σλάβοι ή αρχαίοι Θράκες ("Η Δ.Θράκη και οι Βούλγαροι", σ.73-4), το 1922 ο Νικηφόρος Μοσχόπουλος θεωρεί "όχι απίθανη" την προέλευσή τους από τους Αχριάνες αλλά "εξίσου δυνατό" το ενδεχόμενο να προέρχονται από την επίσης θρακική φυλή των Σατρών ("La question de Thrace ou le mensonge Bulgare", σ.172-3), το 1942 ο Αθ.Χρυσοχόου μιλά συνοπτικά για "Τούρκους Πομάκους" ("Οι βόρειες επαρχίες της Ελλάδος και οι βουλγαρικές βλέψεις", σ.34), το 1946 η "Επιτροπή Αλυτρώτων Βορείων Ελλήνων" τους θεωρεί "μικτό πληθυσμό που κατάγεται από Σλάβους, Ελληνες κι άλλες εθνότητες που εγκατέστησαν οι Βυζαντινοί στη Ροδόπη" ("Les Bulgares en Thrace", σ.16). Θα χρειαστεί να φτάσουμε στην επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, στα μέσα της δεκαετίας του '50, για να ευθυγραμμιστεί η εθνική ανάλυση στην καταγωγή των Πομάκων από τους Αχριάνες. Μάταια όμως θ' αναζητήσει κανείς, στην πρόσφατη αυτή φιλολογία, κάποια στοιχεία ή πηγές που να μην αναφέρονται στα παλιότερα έργα (με την εξαίρεση της γνωστής αιματολογικής εξέτασης που διενεργήθηκε επί χούντας και η οποία απέδειξε απλώς την ενδογαμία του συγκεκριμένου πληθυσμού - του ούτως ή άλλως "μαντρωμένου" επί δεκαετίες στην αλήστου μνήμης Επιτηρούμενη Ζώνη). Αυτό που προφανώς άλλαξε, ήταν οι "εθνικές ανάγκες"...Απομένει να δούμε αν, στο απώτερο μέλλον, προκύψει ένας ακόμα "σφετερισμός της ιστορίας μας" με επιχειρήματα made in Greece.

Ο Μέγας Αλέξανδρος των σχολικών βιβλίων

Οταν το 1830 δημιουργήθηκε το ελληνικό κράτος, ο Μέγας Αλέξανδρος κατείχε ήδη μια θέση στη νεοελληνική συνείδηση, κυρίως εκείνη που είχε διαμορφώσει η λαϊκή παράδοση της "Φυλλάδας του Μεγαλέξαντρου". Ως ιστορικό πρόσωπο, εξάλλου, αποτελούσε εξέχον τμήμα της αφήγησης της γενικής ή παγκόσμιας ιστορίας, κυρίαρχου ιστοριογραφικού είδους στις αρχές του 19ου αιώνα. Ιδιαίτερα μέσα στο σχολείο, ο Αλέξανδρος παρουσιαζόταν ως ένας από τους "μεγάλους άνδρες" της παγκόσμιας ιστορίας, εκείνους που προτείνονταν στους μικρούς μαθητές ως πρότυπα προς μίμηση. Αυτό που παρουσιάζει ωστόσο ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην περίπτωση του Αλεξάνδρου είναι η μεταμόρφωσή του από παγκόσμιο, υπέρ-εθνικό ήρωα - όπως ήταν ως τα μισά του προηγούμενου αιώνα - σε ήρωα εθνικό και αμιγώς ελληνικό. Η μεταμόρφωση αυτή συνδέεται με την αποκρυστάλλωση της νεοελληνικής εθνικής συνείδησης και της συνακόλουθης εικόνας για το συλλογικό παρελθόν.Ως το 1850 λοιπόν - και στο σχολείο μέχρι πολύ αργότερα - η κυρίαρχη εικόνα του Αλεξάνδρου είναι αυτή του κατακτητή, του νικηφόρου στρατηλάτη. Ηρωας της νεότητας και της ταχύτητας, δεν συμβολίζει τον ηγέτη που προστατεύει αλλά εκείνον που κρατά το ξίφος και καλεί στην περιπέτεια. Η εικόνα αυτή δεν ταίριαζε βεβαίως με τους φρονηματιστικούς στόχους του σχολείου των αρχών του περασμένου αιώνα. Αντίθετα μάλιστα, η "τρυφή" και η "ασωτία" της πολυτάραχης ζωής του έκαναν τον Αλέξανδρο, μέσα στα σχολικά βιβλία, πρότυπο αντί-ήρωα, που μόνο προς μίμηση δεν προσφέρονταν. Στο πλαίσιο του ηθικού φρονηματισμού, το πρόωρο τέλος του και η ματαιότητα των κατακτήσεών του - "τα μεγάλα βουλεύματά του συναπέθανον μετ' αυτού", γράφει μια σχολική ιστορία του 1850 - έδειχναν στα παιδιά ότι άλλους ήρωες έπρεπε να θαυμάζουν και να μιμούνται.Η εντυπωσιακή μεταστροφή που σημειώνεται γύρω στα μισά του αιώνα για να ολοκληρωθεί ως το τέλος του, συνδέεται με τη σύμπτωση και τη διαδοχή πολλών παραμέτρων: τη Μεγάλη Ιδέα, το οικουμενικό ιδεώδες και τη διεκδίκηση της ελληνικότητας της Μακεδονίας. Η ρομαντική Ελλάδα στρεφόταν νοσταλγικά προς το παρελθόν, προς τους "χρυσούς αιώνες" της ιστορίας της, προσδοκώντας και προφητεύοντας την αναβίωσή τους. Η κατακτητική προέλαση του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ασία αποτελούσε μια απ' αυτές τις λαμπρές περιόδους προγονικού κλέους. Για την αλυτρωτική εκδοχή της Μεγάλης Ιδέας, η κατάκτηση της Μ.Ασίας αποτελούσε βασικό στόχο. Επρόκειτο ωστόσο για μια διπλή κατάκτηση, όχι μόνο στρατιωτική αλλά και πολιτιστική. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, ο Αλέξανδρος παρουσιάζεται πλέον περισσότερο ως απόστολος του ελληνισμού παρά ως κατακτητής. Ηταν ο πρώτος, σύμφωνα μ' αυτή την οπτική, που πέτυχε τον εξελληνισμό της Ανατολής. Από καθαρά εδαφική άποψη εξάλλου, το κράτος του Αλεξάνδρου ήταν το πρώτο που συνένωσε τη Βαλκανική με τη Μ. Ασία, πραγματώνοντας το οικουμενικό ιδεώδες, το οποίο προβάλλεται όλο, και συχνότερα όσο προχωρούμε προς τα τέλη του 19ου αιώνα. Ο αγώνας του εναντίον των Περσών συμβόλιζε επιπλέον τους "προαιώνιους" αγώνες του Ελληνισμού κατά των Ασιανών, οι οποίοι ταυτίζονταν τώρα με τους Τούρκους. Στο έργο του Κ. Παπαρηγόπουλου, επίσης, ο Μέγας Αλέξανδρος αποκαλείται "βασιλεύς των Ελλήνων", ενσαρκώνοντας μ' αυτό τον τρόπο στη διαχρονία το μοναρχικό ιδεώδες, πιό ταιριαστό με τη νεοελληνική πραγματικότητα από την αθηναϊκή δημοκρατία. Μετά το 1870, η προβολή του Μ. Αλεξάνδρου ως έλληνα ηγέτη και ως συμβόλου ενότητας του ελληνισμού στοχεύει έμμεσα στον ελληνικό χαρακτήρα της Μακεδονίας, η οποία ήδη διεκδικείται από αντίπαλα βαλκανικά εθνικά κινήματα. Ο Μέγας Αλέξανδρος μετατρέπεται έτσι οριστικά σε εθνικό ήρωα, με αποκλειστική χρήση.
Χριστίνα Κουλούρη (ιστορικός, διδάσκει στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης)

ΟΙ ΜΕΝ ΚΑΙ ΟΙ ΔΕ

ΙΣΚΑΝΤΕΡΟΦΑΓΟΙ. Δείγμα κι αυτό της εξαιρετικής μεταθανάτιας φήμης του μακεδόνα στρατηλάτη, ένα από τα δημοφιλέστερα εδέσματα των κεμπαπτζήδικων του τουρκικού Κουρδιστάν φέρει το όνομα "Ισκεντέρ" (Μεγαλέξανδρος). Μιά μερίδα `Μεγαλέξανδρου' περιλαμβάνει μπόλικο ψωμί βουτηγμένο σε σάλτσα ντομάτα, ανακατεμένο με γύρο και γαρνιρισμένο με ένα αρκετά ρευστό γιαούρτι. Το δοκιμάσαμε πριν μερικά χρόνια στο Ντιαρμπακίρ, καλά πληροφορημένες πηγές το θέλουν ωστόσο να σερβίρεται και σε ορισμένα ανατολίτικα φαγάδικα της Αθήνας...
ΓΙΟΧΑΝ ΝΤΡΟΊΖΕΝ. Ο γερμανός ιστορικός ήταν ο πρώτος από τους νεώτερους συγγραφείς που αντιμετώπισε με θετικό τρόπο τον Μ. Αλέξανδρο, τερματίζοντας μια προσπάθεια κριτικής προσέγγισης που είχε σημειωθεί στα χρόνια του Διαφωτισμού. Σύμφωνα με τον Κυριάκο Σιμόπουλο, η στάση αυτή δεν ήταν καθόλου τυχαία: "λάτρης της πρωσσικής απολυταρχίας και κήρυκας του γερμανικού εθνικισμού", ο Ντρόϊζεν θα δεί στους μακεδόνες βασιλιάδες τα ιδανικά πρότυπα για τη δική του εποχή. "Ο Αλέξανδρος ήταν το οραματικό σύμβολο του γερμανικού επεκτατισμού στον ΙΘ' αιώνα με φρικαλέες προεκτάσεις στον εικοστό. Εκπροσωπεί το `αξιοσέβαστο μεγαλείο του κατακτητή'. Ο Αλέξανδρος γίνεται το σύμβολο του παγγερμανισμού, ενοποιητικό, κυρίαρχο και ρατσιστικό" ("Ο μύθος των `Μεγάλων' της ιστορίας", σ.204).
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ. Ο εκ των ιδρυτών της "Πολιτιστικής Εταιρείας Πανελλήνων `Μακεδνός'" αναπολεί τις αλλαγές που έφερε στη ζωή του η αρθρογραφία του για τους Καλάς στη "Θεσσαλονίκη" (16/1/92): "Ηταν ένα κείμενο που θα συγκλόνιζε το πανελλήνιο και ο απόηχός του θά'φτανε μέχρι τον Ελληνισμό της διασποράς! Υπήρχε βέβαια και η συγκυρία με το Σκοπιανό. Και έτσι αυτό που ακολούθησε ήταν και είναι δύσκολο να περιγραφεί. Από τη μια στιγμή στην άλλη, πέρασα σ' έναν άλλο, άγνωστο μέχρι τότε, για μένα κόσμο. Ποτέ άλλοτε δεν είχα σχέση με τα ΜΜΕ. Και όταν τα φώτα τους έπεσαν πάνω μου, με βρήκαν απροετοίμαστο, ξαφνικό μπουρίνι! Τα πάντα ήταν πρωτόγνωρα! Η ψυχραιμία και το ταλέντο μου όμως να εξισορροπώ τα πράγματα, με βοήθησαν να μην `καβαλικέψω το καλάμι', πράγμα που θα μπορούσε να συμβεί πολύ εύκολα" ( "Καλάς, οι Ελληνες των Ιμαλαϊων", Θεσ/νίκη 1996, εκδ. Τραπεζούς, σ.179-80).
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΟΔΗΣ. Αρκετά παράξενη θα μας φαινόταν σήμερα η επιχειρηματολογία που επέλεξε ο γνωστός συγγραφέας, πολιτικός και μακεδονομάχος σε μιά από τις πρώτες διαλέξεις που οργανώθηκαν ως απάντηση στην "προπαγάνδα των Σκοπίων" ( Αρχαιολογική Εταιρεία Αθηνών, 15/2/1962): "Οι περίφημοι αυτοί 'Μακεδόνες' δεν έχουν τίποτε το Μακεδονικό. Απαρνούνται τον Μέγαν Αλέξανδρον και τους Μακεδόνας του" ("Η Μακεδονία μας και η μακεδονική μειονότης", Αθήναι 1962, σ.7).
ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ. Είναι γνωστή η προσπάθεια των Μακεδονομάχων να επαναφέρουν σε χρήση μορφές της γυναικείας χειροτεχνίας και ένδυσης που οι ριζοσπάστες κομιτατζήδες είχαν σπεύσει να απαγορεύσουν σαν "αντιπαραγωγικά" και "αντίθετα στη γυναικεία πρόοδο". Από ελληνικής πλευράς, η επαναφορά τους παρουσιάστηκε σαν αποκατάσταση της ιστορικής συνέχειας των σλαβόφωνων κοινοτήτων με την παράδοση του Μ. Αλεξάνδρου. Τυπικό δείγμα από σχετική επιστολή (26/9/1906) του οπλαρχηγού Κλάπα προς τους κατοίκους του χωριού Πέτροβο: "Αδελφοί. Ο καθείς από μάς γνωρίζει την σημασίαν την οποίαν έχει το αρχαίον κάλυμμα της κεφαλής των γυναικών, το οποίον προ χιλίων ετών έφεραν αι μητέρες μας και αδελφαί μας (...). Ηλθεν όμως ένας ληστής, ένας βρωμερός τσοπάνος, και αφήρεσε το κάλυμα της κεφαλής (καλπάκι), το οποίον έφερε και η μήτηρ ακόμη του Μ. Αλεξάνδρου. (...) Η μεγάλη Πατρίς μας Ελλάς σας συγχωρεί. Σήμερα όμως πρέπει εντός ενός μηνός να τα φορέσουν όλαι αι γυναίκες του Πετρόβου. Οποιος δεν συμμορφωθεί με την διαταγήν θα θεωρείται εχθρός της πατρίδος και όχι Ελλην. Δικαιολογίας δεν δέχομαι από κανέναν. (...) Μην παρακούσητε και με κάμετε να σας τιμωρήσω" (Ι. Καραβίτη "Ο Μακεδονικός Αγών. Απομνημονεύματα", Αθήνα 1994, σ.954).
ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΔΗΜΙΤΣΑΣ. "Οι μαθηταί των εκπαιδευτηρίων της Μακεδονίας εν αγνοία της προγονικής ιστορίας διανύουσι τας σπουδάς αυτών, ελάχιστα μόνον περί Φιλίππου και Αλεξάνδρου μανθάνοντες", διαπίστωνε τον περασμένο αιώνα ο συγγραφέας του πρώτου ειδικευμένου εγχειριδίου που προοριζόταν για τα ελληνικά σχολεία της περιοχής ("Επίτομος Ιστορία της Μακεδονίας", Αθήνησιν 1879, σ.α'). Μερικές σελίδες παρακάτω, τα μακεδονόπουλα πληροφορούνταν ότι οι αρχαίοι πρόγονοί τους "ήσαν Πελασγοί, προς τοις οποίοις κατώκουν εις διάφορα μέρη και άλλα έθνη, οίον Φρύγες, Παίονες, Θράκες, Ηπειρώται και Ιλλυριοί, των οποίων επικρατέστεροι γενόμενοι οι Μακεδόνες Πελασγοί, ήρξαν της χώρας" (σ.10) κι ότι η "εισαγωγή της Μακεδονίας εις τον κύκλον της υφισταμένης ελληνικής συγγενείας" σημειώνεται μόλις τον 5ο π.Χ. αιώνα (σ.14).
ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ. Η στρατευμένη στην εθνική εξόρμηση συγγραφέας των αρχών του αιώνα καταθέτει τη μαρτυρία της από τις ζυμώσεις της εποχής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών: "Είς εκ των ενταύθα Μακεδόνων φοιτητών, όστις μοι εχρησίμευεν ως έμπιστον όργανον εις την πατριωτικήν εργασίαν μου, ημέραν τινά μοι ανεκοίνωσε τας αμφιβολίας τινών των ενταύθα Μακεδόνων φοιτητών, ίσως και του ιδίου εαυτού, περί της εθνικότητος του Μεγ. Αλεξάνδρου. Επί τη μεγίστη και καταφανεί εκπλήξει μου, επί τω απροσδοκήτω ακούσματι, δειλά και ταπεινά μοι είπεν ότι τοιούτον τι εις τα μέρη των εδιδάχθησαν" ("Μακεδονικά Απομνημονεύματα", Αθήναι 1914, σ.80). Τελικά το "πρόβλημα" αντιμετωπίστηκε με ειδική επί τούτου διάλεξη του καθηγητή Σ.Λάμπρου στον "Παρνασσό", το Φεβρουάριο του 1904, ο δε φοιτητής Ευ.Ιντος (το "όργανο") έμελλε να διοριστεί το 1913- 14 από τις ελληνικές αρχές δήμαρχος στην ιδιαίτερη πατρίδα του ( Γουμένισσα Κιλκίς).

ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Κυριάκου Σιμόπουλου "Ο μύθος των "Μεγάλων" της Ιστορίας" (Αθήνα 1995). Η σκοτεινή πλευρά της ζωής και της δράσης των ηγεμόνων που πέρασαν στην ιστορία με το προσδιοριστικό "Μέγας". Πρώτος στη λίστα δε θα μπορούσε να ήταν άλλος από τον Αλέξανδρο το Μακεδόνα, στο βίο και τη μεταθανάτια θεοποίηση του οποίου ο συγγραφέας αφιερώνει 190 σελίδες.
Loring Danforth "The Macedonian conflict. Ethnic nationalism in a transnational world" (Πρίνσετον 1995, εκδ. Princeton University Press). Εξαιρετική προσέγγιση της πρόσφατης μακεδονικής διένεξης από τη σκοπιά της κοινωνικής ανθρωπολογίας. Λεπτομερής αναφορά στη μάχη για τα σύμβολα, του Μ. Αλεξάνδρου συμπεριλαμβανόμενου.
Η φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου (Αθήνα 1990, εκδ. Στοχαστής). Η πασίγνωστη σε όλη την Ανατολή βιογραφία ενός μυθικού Μεγαλέξανδρου. Ενδιαφέρουσα ιστορική εισαγωγή του Α.Α.Πάλλη για τις διεθνείς διαστάσεις της λατρείας του "Ισκαντέρ".
Σουλιώτη Νικολαϊδη "Ο Μακεδονικός Αγών. Η Οργάνωσις Θεσσαλονίκης, 1906- 1908" (επανέκδ. Θεσσαλονίκη 1993, ΙΜΧΑ). Απομνημονεύματα του γνωστού μακεδονομάχου και συγγραφέα των ψευδώνυμων "Προφητειών του Μεγαλέξανδρου", που παρατίθενται ως παράρτημα.
Ελληνομακεντόνσκι Κομιτέτ οτ Ατήνα "Προκλαμάτσια ζα νάσητε μπράτε Μακεντόντση" (Αθήνα 1905). Πόνημα της ελληνικής προπαγάνδας των πρώτων δεκαετιών του αιώνα μας που, μεταξύ άλλων, εξηγούσε στους σλαβόφωνους Μακεδόνες τη γενεαλογική σχέση τους με το Μεγαλέξανδρο. Οσοι δεν ξέρουν σλαβομακεδονικά μπορούν να διαβάσουν το ελληνικό πρωτότυπο, αναδημοσιευμένο από τα Αρχεία του ΥΠΕΞ, στο παράρτημα των απομνημονευμάτων του μακεδονομάχου Ι. Καραβίτη (επιμέλεια Γ. Πετσίβα, Αθήνα 1994, σελ.908-11).
Κάτιας Αντωνοπούλου "Η κυρία Ουίλσον ταξιδεύει" (Αθήνα 1993, εκδ. Πατάκη). Σύγχρονο οδοιπορικό στις χώρες της Ν.Δ. Ασίας. Γλαφυρή περιγραφή της τουριστικής βιομηχανίας που ανθεί γύρω απ' τους Καλάς.

ΔΕΙΤΕ
Ο Μέγας Αλέξανδρος (Alexander the Great) του Ρόμπερτ Ρόσεν (1956). Χολιγουντιανή υπερπαραγωγή με το Ρίτσαρντ Μπάρτον στο ρόλο του διάσημου στρατηλάτη.
Μεγαλέξανδρος του Θόδωρου Αγγελόπουλου (1980). Εναλλακτική χρήση του διάσημου ονόματος απ' το γνωστό σκηνοθέτη, σε μια αλληγορία για την αλλοτρίωση της εξουσίας και τα αδιέξοδα της επανάστασης.

(Ελευθεροτυπία, 12/1/1997)


Ο Αλέξανδρος στον τύμβο του Αχιλλέως στην Τροία...

... και η κατάκτηση της Ασίας.


Επιμέλεια: Γιώργος Εχέδωρος
ὁ Ἀλέξανδρος βουλόμενος δὲ προτρέψασθαι τὸ ἴδιον στράτευμα ἐῤῥόγευσεν αὐτοῖς ἐκεῖ πολὺν χρυσόν, καὶ μετεκάλεσε τὸ αὐτὸ ἐμπόριον Χρυσόπολιν· ὅπερ οὕτως καλεῖται ἕως τῆς νῦν. καὶ ἐξορμήσας ἐκεῖθεν ἐν τῇ Τροίᾳ ἦλθε· καὶ ποιήσας θυσίαν εἰς τὸν τύμβον τοῦ Ἀχιλλέως ὡς ἐκ γένους αὐτοῦ καταγόμενος, ᾔτησε τὸ πνεῦμα αὐτοῦ συμμαχεῖν αὐτῷ ἐντῷ πολέμῳ. ἐκ τοῦ γὰρ Μολοσσοῦ τοῦ υἱοῦ Πύῤῥου καὶ τῆς Ἀνδρομάχης κατήχθη ἡ Ὀλυμπιὰς ἡ μήτηρ τοῦ αὐτοῦ Ἀλεξάνδρου τοῦ Μακεδόνος. καὶ εὐθέως ὡς πάρδαλις ἐκεῖθεν ὁρμήσας ὁ Ἀλέξανδρος, ἅμα τοῖς σὺν αὐτῷ στρατηγοῖς παρέλαβε πάσας τὰς χώρας. καὶ νικήσας τὸν Δαρεῖον, βασιλέα Περσῶν”

(ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΑΛΑΛΑ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΙΑ)
-----------------------
Η Χρονογραφία του Ιω. Μαλάλα γράφτηκε τον 6ο μ.Χ. αιώνα και είναι μια συνοπτική παγκόσμια ιστορία, από τους απώτατους χρόνους μέχρι την εποχή του Ιουστινιανού. Ο Ιωάννης Μαλάλας καταγόταν από την Αντιόχεια, ελληνική πόλη (σημερινή Antakya της Τουρκίας) που ιδρύθηκε από τον Σέλευκο με πρώτο πυρήνα κατοίκων 5.300 Αθηναίους και Μακεδόνες, σύμφωνα και με όσα ο ίδιος αναφέρει στην Χρονογραφία του.

Η αποκάλυψη του ινδικού θεού Σκάνδα



Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος


Ερευνητές και μελετητές που ασχολούνται με την καταγωγή των αρχέγονων θεοτήτων της ινδικής χερσονήσου, εντρυφώντας στους μύθους, στις παραδόσεις και στα ινδικά αρχαία κείμενα, συγκλίνουν, τελικά, στην ιδιαίτερη σχέση της ινδικής με την ελληνική θεογονία.
Οι ερευνητές, αν και αποδέχονται όλη την υφή των μύθων που χάνονται στο απώτατο παρελθόν, ωστόσο, δε διστάζουν να συσχετίσουν τους ινδικούς με τους ελληνικούς μύθους διερευνώντας τη σχέση μεταξύ τους, αρχίζοντας από την ιστορική περίοδο. Ένα χρονικό διάστημα, πολύ νεότερο, κατά το οποίο είναι αδιαμφισβήτητη η ποικιλότροπη σχέση μεταξύ του τότε ελληνικού κόσμου και της Ινδίας.
Αν και μέσα στις πηγές τους –οι οποίες αναφέρονται παρακάτω- συμπεριλαμβάνονται ο Κλαύδιος Πτολεμαίος και ο Στράβων- ωστόσο δεν ενσωματώνουν στις αναφορές τους για τις προσβάσεις των Ελλήνων στην Ινδία στο απώτατο παρελθόν.
Ειδικά για το θέμα αυτό τονίζει ο γεωγράφος Στράβων:

«Μεγασθένης τῷ λόγῳ τούτῳ κελεύων ἀπιστεῖν ταῖς ἀρχαίαις περὶ Ἰνδῶν ἱστορίαις· οὔτε γὰρ παρ΄ Ἰνδῶν ἔξω σταλῆναί ποτε στρατιάν͵ οὔτ΄ ἐπελθεῖν ἔξωθεν καὶ κρατῆσαι πλὴν τῆς μεθ΄ Ἡρακλέους καὶ Διονύσου καὶ τῆς νῦν μετὰ Μακεδόνων.»
(Στράβων 15.1.6)
Δηλαδή,

«Για το λόγο αυτό ο Μεγασθένης πρόσταξε να μην γίνονται πιστευτές οι αρχαίες ιστορίες σχετικά με τις Ινδίες. Γιατί ποτέ δεν εστάλη από τους Ινδούς έξω από τη χώρα τους στρατός, ούτε ποτέ εκστράτευσαν για να κυριεύσουν κάποια χώρα, εκτός από την εποχή που μαζί με τον Ηρακλή και το Διόνυσο έκαναν κάτι τέτοιο, όπως και τώρα με τους Μακεδόνες.»

Φώτο: Ο Χάρτης του Κλαύδιου Πτολεμαίου. Σε μεγέθυνση η νήσος Ταπροβάνη και το ακρωτήρι που αναφέρεται.(κλικ για μεγέθυνση)

Ο Μεγασθένης, που αναφέρει ο γεωγράφος της αρχαιότητας, ήταν περί το 300 π.Χ., πρεσβευτής του Σέλευκου του Α΄ στην Τσανδραγούπτα Μαουρία, στο Βασίλειο τότε της Μαουρίας της Ινδίας και ο οποίος αναφέρει το θεό των Ινδών Σίβα, ως Διόνυσο. Ταυτίζει, δηλαδή, τον Ινδό θεό με τον Ελληνικό.
Δηλώνει, μάλιστα, την παρουσία του Ηρακλή αλλά και του Διόνυσου ως κυρίαρχους στην χώρα αυτήν στο μακρινό προϊστορικό παρελθόν, πολλούς αιώνες πριν την κατάκτηση από τους Μακεδόνες.
Άγνωστο γιατί, οι δύο αναφερόμενοι μυθικοί ήρωες του απώτατου ελληνικού παρελθόντος, δεν αναφέρονται καθόλου από τους μελετητές της ινδικής θεογονίας. Ίσως η δημιουργία αυτού του κενού να δημιουργείται λόγω της μή πρόσβασής τους στα πρωτότυπα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων.
Φώτο: Ακέφαλο άγαλμα του Διόνυσου με δορά πάνθηρα και ράβδο με φίδι. Βρέθηκε στην περιοχή της Κρηστωνίας (Κεντρική Μακεδονία), στο χώρο του Παλατιανού Κιλκίς.

Οι παράλληλοι μύθοι Διόνυσου και ο Σκάνδα
Ο Πατρίκ Χάριγκαν (Patrick Harrigan) στη μελέτη του «Η παράλληλη μυστηριώδης λατρεία του Διόνυσου και του Καταραγκάμα», που δημοσιεύθηκε στο έντυπο του «Ινστιτούτου Ασιατικών Μελετών» (‘The Journal of the Institute of Asian Studies’) αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Οι μύθοι του Διόνυσου και του ινδικού Σκάνδα-Μουρουκάν παρουσιάζουν έναν θεματικό παραλληλισμό για τον τρόπο με τον οποίο γεννήθηκαν.
Ο Σκάνδα γεννήθηκε στην οροσειρά των Ιμαλαΐων και μετανάστευσε στη Νότια Ινδία και στη Σρί Λάνκα, όπου, σαφώς, συνδέθηκε με το Νότο – στην Ινδική Κοσμογραφία, ο Νότος, ως όρος, είναι συνδυασμένος με το βασίλειο του Χάους και του Θανάτου, όπου βασίλευε ο Γιάμα, ο Κυρίαρχος του Θανάτου.»
Συνεχίζει, συσχετίζοντας τη γέννηση του Διόνυσου με αυτήν, του Ινδού θεού Σκάνδα:
«Στην ελληνική μυθολογία ο Διόνυσος γεννήθηκε από το μηρό του πατέρα του και παραδόθηκε στις δώδεκα νύμφες ή στα πνεύματα των υδάτων, τις Υάδες, οι οποίες τον ανέθρεψαν. Προς ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις φροντίδες τους ο Ζευς τις έκανε αιώνιες ανεβάζοντάς τες ψηλά στον ουρανό, όπου επτά από αυτές λαμπυρίζουν αιώνια, σχηματίζοντας τις Πλειάδες.
»Έτσι και ο Σκάνδα, γεννήθηκε απευθείας από το θεό Σίβα, κι όταν κατέβηκε στη γη τον βρήκαν μέσα σε μια άγρια λίμνη, έξι υδάτινα πνεύματα, οι παρθένες Κρίττικα, οι οποίες τον ανέθρεψαν και αργότερα τιμήθηκαν για τις φροντίδες τους αυτές, με αιωνιότητα στον ουρανό ως αστερισμός, που δεν είναι άλλος από τις Πλειάδες. Γι’ αυτό το λόγο ο Σκάνδα, όπως επίσης και οι παρθένες Καρττικέγα, είναι ομογάλακτοι των Πλειάδων.»
Παρατηρούμε, έτσι, ένα κοινό μύθο, με την μόνη διαφορά αυτή των ονομάτων. Το ζητούμενο είναι ποιός πήρε τον μύθο από ποιόν.
Παρακάτω, ο Χάριγκαν, παραθέτει ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Walter. F. Otto (σελ. 63, ο τίτλος του βιβλίου παρατίθεται στις ‘αναφορές’):
«Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να αναζητούν στην Άπω Ανατολή και στο Νότο για την πατρίδα του Διόνυσου, έψαχναν για ορισμένες τοποθεσίες που είχαν το όνομα Νύσα, ως τόπο γέννησής του, στην Ινδία».
Ο Otto προφανώς αναφέρεται στο ‘νότο’ εκλαμβάνοντας τις πληροφορίες του από τον Ηρόδοτο, όπως θα δούμε πιο κάτω, αλλά θεωρεί, ατεκμηρίωτα, πως η γέννηση του Έλληνα Θεού έγινε στο χώρο της Άπω Ανατολής.
Πιο κάτω τονίζει:
«Ο Σκάνδα γεννήθηκε από τον πατέρα του, Σίβα, που βρίσκεται πάνω στο κοσμικό όρος που ονομάζεται Καϊλάσα ή Μηρού. Παραβάλλοντας ένα γλωσσολογικό λογοπαίγνιο βλέπουμε πως ο Διόνυσος γεννήθηκε από το ‘μηρό’ του πατέρα του, ίσως από αυτό διαφαίνεται μια συγγένεια της τοποθεσίας Μηρού με την ελληνική λέξη μηρός.»
Τα αναφερόμενα, για τη ‘Νύσα και μηρόν’, δεν είναι αυθαίρετες απόψεις του Όττο, όπως αρχικά πιστέψαμε.
Τις βρήκαμε μελετώντας το αρχαίο κείμενο:

«κ δ τν τοιοτων Νυσαους δ τινας θνος προσωνμασαν κα πλιν παρ΄ ατος Νσαν Διονσου κτσμα͵ κα ρος τ πρ τς πλεως Μηρν» (Στρ. 15.1.8)
Δηλαδή,
«Από τους Νυσαίους αυτούς μάλιστα μερικοί ονόμασαν, έτσι, κάποιο έθνος και την πόλη τους ονόμασαν Νύσαν που χτίστηκε από το Διόνυσο, και το βουνό γύρω από την πόλη λεγότανε Μηρός.»

Ο Χάριγκαν θεωρεί πως η πατρίδα του Διόνυσου είναι το νότια της Ινδίας νησί, Σρι Λάνκα, η παλιότερα ονομαζόμενη Κεϋλάνη. Στην κλασική αρχαιότητα είναι γνωστό το νησί αυτό ως ‘Ταπροβάνη’. Έτσι ονομάζεται από τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Αργότερα παρουσιάζεται με την ονομασία ‘Λάνκα’.

«Τν δ Ταπροβνην πελαγαν ενα φασι νσον πχουσαν τν νοτιωττων τς νδικς τν κατ τος Κωνιακος πρς μεσημβραν μερν πτ πλον» (Στρ. 15.1.14)

Και αλλού, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ονησικρίτου το μέγεθός της είναι χίλια πεντακόσια στάδια:
«οον περ τς Ταπροβνης νησκριτς φησι μγεθος μν εναι πεντακισχιλων σταδων͵ ο διορσας μκος οδ πλτος͵ διχειν δ τς περου πλον μερν εκοσιν·»(15.1.15)

Το Καταραγκάμα

Στο νησί αυτό, του ινδικού νότου, υπάρχει το όρος Καταραγκάμα.
«Σε μια ξερή ζούγκλα στο νοτιοανατολικό άκρο της Σρι Λάνκα απλώνεται το Καταραγκάμα ή Κατίρ-Καμάμ, ο τόπος του φωτός, της σφοδρής αγάπης. Ένας ιερός τόπος που συνδυάζει τις εξαιρετικές αρχαιότητες και την ιερότητα καθώς έλκει αρκετές χιλιάδες πιστών Βουδιστών, Ινδουϊστών ακόμη και Μουσουλμάνων που καταφθάνουν όλο το χρόνο, ειδικά, όμως, στη διάρκεια του δεκαπενθήμερου φεστιβάλ της Αεσάλα τον Ιούλιο-Αύγουστο ... Τότε επικρατεί ένα αρχαϊκό πνεύμα μιας ανεξήγητης ευφορίας, μιας αέναης ανανέωσης και θεϊκής αναγέννησης. Η θεότητα του Καταραγκάμα δίνει επίσης την αίσθηση της σωτηριολογικής διάστασης του Θεού, μέσω μιας Θεόπνευστης Ψυχοπομπής που οδηγεί τους ακολούθους του, στον Πρόναο του Θανάτου, μέσα σε ένα απόλυτο πνεύμα όπου οι πιστοί εξαγνίζονται, αποκτώντας, συνάμα, την αίσθηση της ελευθερίας από κάθε εσωτερική ή εξωτερική τυραννία σε συνδυασμό με όλες τις αντιθέσεις που παρουσιάζονται.»
Παραθέσαμε όλα τα παραπάνω για να τονίσουμε πως ο μελετητής, μας προοιωνίζει, πως βρισκόμαστε, ήδη, στον Οίκο του Διονύσου ή του ινδικού Σκάνδα.
Προς επίρρωση της θέσης και της άποψής του αυτής μας δίδει τις αναφορές του αλεξανδρινού Κλαύδιου Πτολεμαίου σχετικά με τη νήσο Ταπροβάνη (Λάνκα).

Ο Πτολεμαίος χαρτογραφεί την Ταπροβάνη

Στο έργο του αναφερόμενου γεωγράφου «Γεωγραφική Υφήγησις» αναφέρεται η νοτιοανατολική ακτή -όπου βρίσκεται και το όρος Καταραγκάμα - ως ‘Θάλασσα Διονύσου’. Στα χρόνια αυτά του Πτολεμαίου (2ος αιώνας) η νήσος Ταπροβάνη και ειδικά το αναφερόμενο όρος, ήταν, ήδη, γνωστός τόπος λατρείας. (Αυτό επιβεβαιώνεται αρχαιολογικά).
Μερικές αναφορές επί πλέον του Πτολεμαίου μας προσθέτουν στοιχεία για την Ταπροβάνη. Ο γεωγράφος αναφέρεται στο «Ακρωτήριον του Διονύσου» και για κάποιο αρχαίο οικισμό κοντά στον ακρωτήριο αυτό, που όπως τον πληροφόρησαν οι αλεξανδρινοί ναυτικοί ονομάζεται «Πόλη του Διόνυσου ή του Βάκχου». (σ.σ. Παρατηρήσαμε ότι η λέξη ‘Διόνυσος’ δεν υπάρχει στον πτολεμαϊκό χάρτη αλλά γράφει ακριβώς: “Bachi ciuitat”, και το προβαλλόμενο ακρωτήριο δεν αναγράφεται ως Διονύσουή στη λατινική εκδοχή του.— Παραθέτουμε λεπτομέρεια του χάρτη. )
Ο Χάριγκτον αναζητώντας ερείσματα για θεμελίωση των θέσεων του μας προβάλλει τους Ύμνους του Ομήρου και συγκεκριμένα το συγκεκριμένο κομμάτι : «Ύμνοι στο Διόνυσο»(Λ 1-4), όπου ο Όμηρος προβαίνει σε επίκληση του θεού, λέγοντας πως εμφανίστηκε σε κάποιο ακρωτήρι:
«Διόνυσος,
ο υιός της ξακουστής Σεμέλης,
για αυτόν ομιλώ
και θα πω πως εμφανίστηκε στην ακτή της άοκνης θάλασσας,
στο προεξέχον ακρωτήρι
με την εφηβική μορφή του»
Οι ναυτικοί, μας λέγει, του ‘ελληνο-αιγυπτιακού’ κράτους της αρχαιότητας, οι οποίοι είχαν συγγενική σχέση με τη λατρεία του Διονύσου (ως Έλληνες, δηλαδή) καθώς γνωρίζανε και τους ομηρικούς «Ύμνους του Διονύσου», τα είχανε αυτά στο νου τους όταν ομιλούσαν για την περιοχή του Καταραγκάμα.
«Προφανώς, οι αλεξανδρινοί ναυτικοί, συμπεριλαμβανομένου και του Πτολεμαίου, πιστεύανε πως η εξωτική Ταπροβάνη ήταν η πραγματική πατρίδα του Διονύσου, όπως αναφέρθηκε από τον Όμηρο, χίλια χρόνια πριν, τον ένατο, δηλαδή, αιώνα π.Χ. Η διαπίστωση αυτή θα μπορούσε να περικλείει τις πεποιθήσεις των χρόνων εκείνων: πως η Λάνκα ή η Ταπροβάνη, ήταν οι λεγόμενοι Αντίποδες του αρχαίου ελληνικού κόσμου».
Έτσι οι αναφερόμενοι ερευνητές με τις επιστημονικές εκδόσεις τους, επιζητούν να μας προσανατολίσουν στη θεώρησή τους, πως η γενέθλια γη του Διονύσου βρίσκεται στον ινδικό νότο... Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα; Μήπως έχουν αγνοήσει μερικές σημαντικές παραμέτρους; Ας συνεχίσουμε όμως.

Ο ελληνο-ρωμαϊκός κόσμος και οι Ινδίες

Στο βιβλίο του ο ερευνητής Γκανανάθ Ομπεγεσεκέρε καθώς εξετάζει τις σχέσεις του ελληνο-ρωμαϊκού κόσμου με την Άπω ανατολή και την απήχηση της ινδικής θεάς Παττίνι κάνει μια εκτενή αναφορά για τις εμπορικές σχέσεις της εποχής.
Η επικοινωνία μεταξύ της Δυτικής Ασίας και της Ινδίας, μας διευκρινίζει ο Ομπεγεσεκέρε, άρχισαν από την κλασική εποχή και συνεχίστηκαν μέχρι τον 6ο αιώνα μ.Χ.
Τουλάχιστον 120 πλοία κάθε χρόνο απέπλεαν από τον Όρμο του Μύου της Ερυθράς Θάλασσας με προορισμό την Ινδία. Όταν όμως ο Ιππόλυτος, ένας Έλληνας ναυτικός, ανακάλυψε το 45 μ.Χ., την κατεύθυνση και τη δυναμική των μουσσώνων στη ναυσιπλοΐα, μέσω της οποίας ένα πλοίο από το λιμάνι Οσελίς του Άντεν μπορεί μέσα σε σαράντα μέρες να βρίσκεται κατευθείαν στην Ινδία, τότε το εμπόριο αυξήθηκε κατακόρυφα. Σημειώνει ο Ομπεγεσεκέρε: «το μεγαλύτερο μέρος του εμπορίου στο Μαλαμπάρ και στη Νότιο Ινδία γινότανε με την Αλεξάνδρεια, που ήταν το όνομα του μεγάλου Έμπορα, του ελληνο-ρωμαϊκού κόσμου».
Με την άνθιση του εμπορίου, οι εμπορευόμενοι έφεραν μαζί τους και τα λατρευτικά πιστεύω τους.
Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώσουμε πως η εμπορική αυτή αναφορά δεν αναιρεί την παρουσία των Ελλήνων στους προηγούμενους αιώνες στην Ινδική χερσόνησο. Ίσως και πριν από τις κατακτήσεις του Αλεξάνδρου, πριν, δηλαδή, του τετάρτου αιώνα προ Χριστού. Και εδώ παραβάλουμε τις αναφορές του Στράβωνα για το Διόνυσο και τον Ηρακλή στην προϊστορική εποχή.
Το ερώτημα που παραμένει με όλη αυτή τη μακροσκελή αναφορά είναι:
Πήραν οι Έλληνες από την Ταπροβάνη (Σρι Λάνκα) τη θεότητα Σκάνδα και τη μετέφεραν ως ‘Διόνυσο’ στην Ελλάδα;


Ήρθε από το πέλαγος’

Στο ερώτημά μας απαντάει ο ιστορικός ερευνητής Αμερεσεκέρε από την Σρι Λάνκα:
«Προφορικές παραδόσεις, αρχαιολογικά τεκμήρια, καθώς και η Μαρτυρία του Μαχαβάμσα ή του ‘Μεγάλου Χρονικού’, επιβεβαιώνουν ότι ο Καταραγκάμα έχει ιστορικό βάθος και αποτελεί λατρευτικό κέντρο πριν από τη χριστιανική εποχή.
» Είναι ευρέως γνωστό ότι όλοι οι θεοί, στη Σρι Λάνκα, απεικονίζονται ερχόμενοι από τη θάλασσα. Σύμφωνα με τους θρύλους του Σινχαλέσε ο θεός του Καταραγκάμα ήρθε στη Λάνκα όπως έρχονται οι ξένοι, με μια πρωτόγονη σχεδία, (σ.σ. αναφέρεται στη γλώσσα Sinhala: ‘gal-poruwa’ που μεταφέρεται στην αγγλική ως ‘stone raft’, η ακριβής μετάφραση θα μπορούσε να ήταν ‘λίθινη σχεδία’). Αποβιβάστηκε στη νότια ακτή του νησιού και μετά βαδίζοντας πήγε στο όρος Καταραγκάμα όπου και παρέμεινε από τότε σε αυτό».
Άρα η θεότητα αυτή που παρουσιάζεται όμοια του Διονύσου δεν κατάγεται από τη νήσο αυτή, ήρθε, «όπως έρχονται οι ξένοι» στο νησί, από τη θάλασσα. Όπως, ακριβώς, πήγαν εκεί και οι Έλληνες ναυτικοί…
Είναι σαφέστατος ο Ησίοδος που περιγράφει στη ‘Θεογονία’ του ως ’χρυσοκόμη’ το Διόνυσο και ‘ξανθή’ την Αριάδνη, που καμία σχέση δεν έχουν ούτε με αιθιοπική ούτε με ινδική καταγωγή:

Χρυσοκόμης δὲ Διώνυσος ξανθὴν Ἀριάδνην,
κούρην Μίνωος, θαλερὴν ποιήσατ᾽ ἄκοιτιν.»
(Ησιόδου, Θεογονία 947)


-->
Φώτο: Διόνυσος και Αριάδνη, υπό της σκέπης κλάδου Αμπέλου. Απεικόνιση σε χρυσό κρατήρα που βρέθηκε στην περιοχή του Δερβενίου –Θεσσαλονίκης.

Ο Στράβων μας δίνει, μέσα από τις Βάκχες του Ευρυπίδη, την ανάμνηση που άφησε ο Διόνυσος στους ασιατικούς λαούς όταν κατέκτησε την «σαν τε πσαν» στο απώτατο παρελθόν:

« μν γρ ν τας Βκχαις τας Εριπδου Δινυσος τοιατα νεανιεεται λιπν δ Λυδν τς πολυχρσους γας Φρυγν τε Περσν θ΄ λιοβλτους πλκας Βκτρι τε τεχη τν τε δσχειμον χθνα Μδων πλθον ραβαν τ΄ εδαμονα σαν τε πσαν».(Στρ. 15.1.7)

Όπως παραθέτουμε παρακάτω, μας δίνει ακόμη, την εικόνα των Ινδών της εποχής, οι οποίοι είναι αδύνατον να έχουν ως πρότυπο ή θεό τον Διόνυσο, αφού δεν ακολουθούν τις συνήθειες και προτιμήσεις του. Ο οινοπότης θεός, ο προστάτης της αμπέλου, ο στολισμένος με τον κισσό, ήταν μάλλον ξένος προς τους Ινδούς που βιώνουν έναν διαφορετικό τρόπο ζωής από αυτόν που προτείνει ο Διόνυσος. Απλά, ίσως, είχαν μείνει στη μνήμη τους κάποια στοιχεία λατρευτικά, από την κυριαρχία του σε αυτούς ή ακόμη και νεότερα από το στρατό του Αλεξάνδρου που κατείχε το βόρειο μέρος της Ινδίας.
Σημειώνει ο Στράβων:

«Ετελες δ κατ τν δαιταν νδο πντες͵.... οδ γρ γρμματα εδναι ατος͵ λλ΄ π μνμης καστα διοικεσθαι· επραγεν δ΄ μως δι τν πλτητα κα τν ετλειαν· ονν τε γρ ο πνειν λλ΄ ν θυσαις μνον͵ πνειν δ΄ π΄ ρζης ντ κριθνων συντιθντας· κα σιτα δ τ πλον ρυζαν εναι οφητν». (15.1.53).

Δηλαδή,

«Οι Ινδοί είναι όλοι λιτοδίαιτοι, ...δεν γνωρίζουν τη γραφή και δεν διοικούνται από γραπτούς νόμους αλλά από αυτά που τους λένε προφορικά. Είναι όμως χαρακτηριστικοί για την απλότητά τους και την ευτέλειά τους. Δεν πίνουν ούτε οίνο, μόνο στη διάρκεια των θυσιών πίνουν λίγο ζύθο από ρύζι αντί να συνθλίψουν το κριθάρι ( να φτιάξουν κανονική μπύρα, δηλαδή) και τρώνε κυρίως ρύζι και αυτό σαν ρόφημα»

Η εικόνα που αποκομίζουμε από τα ανωτέρω δεν μας οδηγεί στη λατρεία ενός θεού, όπως είναι ο εύθυμος και βακχικός Διόνυσος.
Εξάλλου ο Ηρόδοτος που έζησε πεντακόσια χρόνια πριν από το Στράβωνα μας παρέχει σημαντικές πληροφορίες για το Διόνυσο καθώς αναφέρεται για τους Βουδίνους:

«Βουδῖνοι δὲ ἔθνος ἐὸν μέγα καὶ πολλὸν γλαυκόν τε πᾶν ἰσχυρῶς ἐστι καὶ πυρρόν·...[2] ἔστι γὰρ δὴ αὐτόθι Ἑλληνικῶν θεῶν ἱρὰ Ἑλληνικῶς κατεσκευασμένα ἀγάλμασί τε καὶ βωμοῖσι καὶ νηοῖσι ξυλίνοισι, καὶ τῷ Διονύσῳ τριετηρίδας ἀνάγουσι καὶ βακχεύουσι. εἰσὶ γὰρ οἱ Γελωνοὶ τὸ ἀρχαῖον Ἕλληνες, ἐκ τῶν δὲ ἐμπορίων ἐξαναστάντες οἴκησαν ἐν τοῖσι Βουδίνοισι· καὶ γλώσσῃ τὰ μὲν Σκυθικῇ, τὰ δὲ Ἑλληνικῇ χρέωνται. (Ηροδότου βιβλ. 4, 108)

Από την παράγραφο αυτήν βλέπουμε πως ο Ηρόδοτος είναι απόλυτος για την των «Ἑλληνικῶν θεῶν» καταγωγή του Διονύσου.
Την πατρίδα του Διο-νύσου, την πόλη Νύσα, δηλαδή, δεν την ψάχνει ο Ηρόδοτος στην Ινδία, που θεωρεί πως είναι το τελευταίο κατοικημένο μέρος της ανατολής:

«μέχρι δὲ τῆς Ἰνδικῆς οἰκέεται Ἀσίη· τὸ δὲ ἀπὸ ταύτης ἔρημος ἤδη τὸ πρὸς τὴν ἠῶ, οὐδὲ ἔχει οὐδεὶς φράσαι οἷον δή τι ἐστί» ( μέχρι την Ινδική κατοικείται η Ασία, ανατολικά από αυτήν υπάρχει έρημος..κλπ...) Ηρόδοτος 4,2, αλλά μας πληροφορεί πως η ιερή πόλη Νύσα βρίσκεται νότια της Αιγύπτου, στην Αιθιοπία, και όπου εκεί τιμούν τον Διόνυσο με εορτές:

«Αἰθίοπες οἱ πρόσουροι Αἰγύπτῳ, ... οἵ τε περί τε Νύσην τὴν ἱρὴν κατοίκηνται καὶ τῷ Διονύσῳ ἀνάγουσι τὰς ὁρτάς·» (Ηρ.4ο ,97)

Παραθέτουμε τα ανωτέρω για να καταστεί σαφές πως οι αρχαίοι Έλληνες, δεν αναζητούσαν τις ρίζες του Διονύσου στην ανατολή, αλλά, μάλλον, η Ανατολή οφείλει να αναζητήσει τις ρίζες της στον αρχαίο ελληνικό κόσμο.

Ο Διόνυσος, ο Αλέξανδρος και ο Αλ Σικανδάρ

Ο ιστορικός ερευνητής Φρεντ Κλόθεϋ (Fred W. Clothey) παραθέτει μια άλλη διάσταση της   ένωσης του ινδικού Σκάνδα και τον ελληνικό Διόνυσο:
«Μέσα στο γενικότερο πνεύμα των Μακεδόνων Βασιλέων, που στόχευαν στην αφομοίωση της εντόπιας (ινδικής) λατρείας με αυτήν του ελληνικού Διόνυσου, ενσωμάτωσαν το θρύλο του Αλεξάνδρου στην ινδική θεογονία».

Ο ερευνητής προχωράει ακόμη περισσότερο σημειώνοντας τα εξής:
 «Από μια γλωσσολογική υπόθεση, το όνομα Αλέξανδρος και Σκάνδα μεταφραζόμενα στα αραβικά λέγονται και τα δύο ως Άλ Σικανδάρ, δηλαδή Αλέξανδρος»!...

Ο Γκοπάλα Πιλλάι (N. Gopala Pillai) αμφισβητεί πως η λατρεία του Σκάνδα προήλθε από τη λατρεία του Μακεδόνα βασιλιά Αλέξανδρου, όπως έγινε στη Βόρειο Ινδία.
Μερικοί όμως, μελετητές παίρνουν την άποψη αυτή πολύ σοβαρά.
 Όπως ο Κλόθεϋ, που προαναφέραμε.
Αποδέχεται πως "τα παρουσιαζόμενα στοιχεία του Σκάνδα προέρχονται από μια θεογονία- που είναι εικονογραφημένη και σαφώς εμποτισμένη με τον αλεξανδρινό εξελληνισμό».

Πηγές - Σχετικές Αναφορές

1.Στράβων: «περί νδαν κα Περσδα.»
2. Ηροδότου Ιστορίαι
3. Ησίοδος, Θεογονία
4. Πτολεμαίου Κλαύδιου Αλεξανδρέως: Περί γεωγραφίας BASILEAE, MD XXX II(1533).
5. Patrick Harrigan, « Dionysus and Kataragama: Parallel Mystery Cults» δημοσιεύτηκε: The Journal of the Institute of Asian Studies’, (Vol. XIV No. 2 March 1997, pp. 1-28.)
6. H.E. Ameresekere, "The Kataragama God shrines and Legends", Ceylon Literary Register, third series, Vol. I. No. 7, July 1931, p. 291.
7. Walter F. Otto, Dionysus: Myth and Cult, trans. Robert Palmer, (Bloomington and London: Indiana University Press, 1965), p. 24.
8. Fred W. Clothey, The Many Faces of Murukan, (The Hague, Paris and New York: Mouton Publishers, 1978).
9. Gananath Obeyesekere, The Cult of the Goddess Pattini, -Chicago: University of Chicago Press, 1984,
10. Alain Danielou, Shiva and Dionysus, trans. K.F. Hurry (New York: Inner Traditions International, 1982).
11.N. Gopala Pillai, "Skanda: the Alexander Romance in India", Proceedings of the All-India Oriental Conference, (Trivandrum: Government Press, 1937), Vol. IX, pp. 955-977.